ΤΗ ΝΥΧΤΑ ΠΟΥ ΕΣΒΗΣΑΝ Τ’ ΑΣΤΕΡΙΑ

  • Βραβείο εφηβικού βιβλίου ηλεκτρονικού περιοδικού «Ο Αναγνώστης»
  • White Raven 2019
  • Βραχεία λίστα Βραβείων βιβλίου Public στην κατηγορία «εφηβικό μυθιστόρημα»

Τη νύχτα της 20ής Γενάρη η Λένα Μανιέ, μαθήτρια της Τρίτης Λυκείου, εξαφανίζεται. Κανείς δεν ξέρει το γιατί, κανείς δεν έχει καταλάβει κάτι, σε κανέναν δεν έχει πει τίποτα. Το γεγονός αυτό δρα καταλυτικά τις μέρες που ακολουθούν στις σχέσεις συγγενών, φίλων και γνωστών της, καθώς όλοι αναρωτιούνται για το δικό τους ρόλο σε αυτήν την εξαφάνιση, αλλά προπάντων για το ρόλο των υπολοίπων. Εννιά άτομα, εννιά αφηγητές προσπαθούν να δικαιολογήσουν, να συγκαλύψουν, να κατηγορήσουν. Και καθώς περνά ο καιρός οι σχέσεις τους δοκιμάζονται, αλλάζουν, καταρρέουν.

Το μυθιστόρημα Τη νύχτα που έσβησαν τ’ αστέρια είναι ένα βιβλίο με αγωνία και χιούμορ, αλλά και ένα αφήγημα-καθρέφτης όσων ζούμε και δεν τολμάμε να παραδεχτούμε.

Description

Κριτικες

Εισήγηση για τo βιβλίο κατά την Απονομή των Κρατικών Βραβείων 2020

ΣΚΕΠΤΙΚΟ ΒΡΑΒΕΥΣΗΣ

Αν και το θέμα του βιβλίου είναι σοκαριστικό, καθώς ήδη από το οπισθόφυλλο μαθαίνουμε ότι αφορά την εξαφάνιση μιας έφηβης, όμως πρόκειται για ένα βιβλίο που σε όλη την εξέλιξή του συγκλονίζει. Κυρίως για τις αλήθειες που σιγά-σιγά ανακαλύπτει ο αναγνώστης: Ότι όλα αυτά που μπορεί να μαζέψει η ψυχή μιας ευαίσθητης έφηβης μπορεί να είναι μικρά, φαινομενικά να μοιάζουν να μην την απασχολούν ιδιαίτερα, όταν όμως δρουν συσσωρευτικά και με τη συνδρομή του τυχαίου ή του μοιραίου μπορεί να τη φορτίσουν με τρόπο μη αναστρέψιμο. Ότι αυτά που συνέβησαν στην ίδια με τρόπο καταλυτικό προκαλούν –αλλά με καθυστέρηση- και στους άλλους, τους φαινομενικά αθώους, τις εκ των υστέρων ενοχές τους. Ενοχές που δεν θα προκαλούνταν, εάν δεν μεσολαβούσαν οι μέρες της εξαφάνισης της Λένας. Ότι οι άνθρωποι μπορεί να υφίστανται μπούλινγκ χωρίς να εμπίπτουν στις συνήθεις κατηγορίες: δεν είναι μετανάστες, δεν είναι γκέι, δεν φορούν γυαλιά, δεν είναι μαθητές-φυτά, κ.λπ. Μπορεί να συμβεί και σε άλλους που απλώς θέλουν να είναι ο εαυτός τους, με τις ιδιαιτερότητές τους και τη δική τους αντίληψη περί ελευθερίας και περί ήθους. Όπως ήταν η Λένα που έζησε αλλά και πέθανε μόνη.

Η ιστορία εκτυλίσσεται μέσα από τις πρωτοπρόσωπες αφηγήσεις πολλών διαφορετικών ηρώων. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, ενώ όλα περιστρέφονται γύρω από την κεντρική ηρωίδα, όμως το μυθιστόρημα εστιάζει σε όλους αυτούς γύρω της, στους «αθώους», που εκ των υστέρων –πάντα εκ των υστέρων- ξανακοιτάζουν και επαναξιολογούν τη δική τους στάση και το δικό τους εαυτό. Έτσι, αναδεικνύεται σε ένα πολυπρόσωπο πολυφωνικό μυθιστόρημα που μέσα από τις ψυχολογικές διακυμάνσεις των λογοτεχνικών προσώπων στέκεται κριτικά απέναντι σε κοινωνικά φαινόμενα.

3 Ιουνίου 2020

White Raven - 8 Οκτωβρίου 2019

On a cold Friday in January, Lena, a 12th grader, was raped and murdered. Apart from a few people who are deeply shocked, most of her family and friends, as well as several other people, indulge in mutual recriminations, struggle with feelings of guilt, cover up or expose poisoned family relationships, bitch about Lena’s attractiveness, openly suspect foreigners, or hypocritically expatiate the case on social media platforms. The plot unfolds through nine characters’ monologues, in which it becomes apparent that this is not just about physical violence. In an unvarnished and powerful language, the skilful narrative mirrors the moral instability and socio-political deficits of the petit bourgeois atmosphere in a Greek metropolis. Vassilis Papatheodorou is one of Greece’s most renowned authors of children’s and youth literature. His novel was awarded the 2019 teenage book prize by the magazine “o anagnostis”.

abookadaygr.blogspot.com - 12 Ιουλίου 2019

Ένα βράδυ, λίγο μετά τα Χριστούγεννα, η Λένα, μαθήτρια Λυκείου, εξαφανίζεται χωρίς να αφήσει κανένα στοιχείο πίσω της. Η εξαφάνισή της αφήνει βαθύ το αποτύπωμά της, καθώς μοιάζει να επηρεάζει με ανορθόδοξο τρόπο τους περισσότερους ανθρώπους του περιγύρου της.

Το βιβλίο "Τη νύχτα που έσβησαν τ' αστέρια" κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Καστανιώτη και πήρε το πρώτο βραβείο στην κατηγορία Λογοτεχνικό βιβλίο για εφήβους στα Βραβεία του Αναγνώστη 2019.

Η Λένα Μανιέ είναι μια όμορφη 17χρονη κοπέλα, που ένα χειμωνιάτικο βράδυ απλώς... εξαφανίζεται και τίποτα πια δεν είναι το ίδιο. Κανείς δεν θέλει να πιστέψει το χειρότερο, αλλά, όσο περνούν οι ημέρες, η απουσία της επηρεάζει όλο και βαθύτερα τους ανθρώπους γύρω της. Και όλοι (όλοι; ) αναζητούν την απάντηση στο "Γιατί;".

Η ιστορία είναι χωρισμένη σε κεφάλαια, όπου παρουσιάζεται η πρωτοπρόσωπη αφήγηση εννέα διαφορετικών ανθρώπων. Η οπτική του καθενός αποτελεί ένα μέρος του παζλ της εξαφάνισης της Λένας, καθώς οι περισσότεροι εξ αυτών έχουν λόγους να αισθάνονται ότι έχουν μερίδιο ευθύνης. Σταδιακά, τα προσωπεία πέφτουν και οι τύψεις εναλλάσσονται με τις αλληλοκατηγορίες, τις πλάγιες ματιές, την ανακούφιση, τον πόνο, τα γέλια και τα δάκρυα, παρασύροντας τον αναγνώστη σε ένα συναισθηματικό γαϊτανάκι, από το οποίο είναι αδύνατο να ξεφύγει.

Ο συγγραφέας είναι πάντοτε παρών, υφαίνοντας το ψυχογράφημα των ηρώων του, χωρίς ποτέ να τους κρίνει ως άτομα. Και, πράγματι, η έκπτωση των ηθών φαίνεται κυρίως στην ανάδειξη του αντίκτυπου της εξαφάνισης στο συλλογικό υποσυνείδητο και στον τρόπο που η μικρο-κοινωνία του σχολείου αντιμετώπισε την κατάληξη της υπόθεσης.

Ο Βασίλης Παπαθεοδώρου δημιούργησε μία βαθιά συγκλονιστική ιστορία, που εναρμονίζεται με τον παλμό της εποχής μας και αναδεικνύει ζητήματα, όπως οι εφηβικές σχέσεις, το bullying, η ομοφιλοφιλία, η σεξουαλική παρενόχληση, ο ρατσισμός και η χρήση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης. Ένα βιβλίο επώδυνα ρεαλιστικό, που διαβάζεται απνευστί.

Τζούλη Βαϊοπούλου

Diastixo - 14 Ιουνίου 2019

Το είδος εκείνου του μυθιστορήματος που οι μελετητές της λογοτεχνίας το κατατάσσουν στον χώρο της νεανικής λογοτεχνίας δεν είναι και ιδιαίτερα δημοφιλές στην Ελλάδα. Το εκπαιδευτικό μας σύστημα μπορεί κανείς να ισχυριστεί πως, ενώ με διάφορους τρόπους ενισχύει τη φιλαναγνωσία των παιδιών του Δημοτικού, στη συνέχεια αφήνει τους έφηβους του Γυμνασίου και του Λυκείου χωρίς μια ουσιαστική ενημέρωση για τους τίτλους που αφορούν έργα τα οποία με τα δικά τους προβλήματα ασχολούνται.

Και, βέβαια, θα πρέπει ακόμα να αναγνωρίσουμε το γεγονός πως κάτω από τον τίτλο «Νεανική λογοτεχνία» εκδίδονται και βιβλία που θα μπορούσαν να ενδιαφέρουν ακόμα και μαθητές των τελευταίων τάξεων του Δημοτικού, ενώ άλλα έχουν στραμμένες τις λογοτεχνικές αναζητήσεις τους προς ώριμους ηλικιακά έφηβους.

Οι προσπάθειες να εδραιωθούν στο ελληνικό κοινό ορισμοί όπως «Λογοτεχνία για νεαρούς ενήλικες αναγνώστες» ή «Crossover μυθιστορήματα» δεν έχουν ιδιαίτερα καρποφορήσει και τους συναντά κανείς σε κείμενα κυρίως θεωρητικά.

Χωρίς να ξεχνώ πως κάθε γενίκευση ενέχει τον κίνδυνο της ελλιπούς πληροφόρησης, θα ισχυριστώ πως στην Ελλάδα το πρώτα μυθιστορήματα μιας γνήσιας σύγχρονης νεανικής λογοτεχνίας μεταφράζονται μέσα στη δεκαετία του ’90 (είναι του μεγάλου μάστορα του είδους, Ρόμπερτ Κόρμιερ) και στη συνέχεια θα ακολουθήσουν και έργα γραμμένα από Έλληνες συγγραφείς (Ψαράκη, Σαρή, Πέτροβιτς, Τίγκα, Κοντολέων κ.ά.), ενώ το 1998 η μετάφραση του εμβληματικού μυθιστορήματος του Μέλβιν Μπέρτζες Junk θα καθορίσει τις ουσιαστικές τεχνικές με τις οποίες αναπτύσσεται ένα μυθιστόρημα που έχει ως κέντρο του την ύστερη εφηβεία.

Όλες αυτές οι εκδόσεις δεν μπόρεσαν να συναντήσουν, με την πληρότητα που τους άξιζε, το κοινό τους – αναφέραμε πιο πριν τις ευθύνες του εκπαιδευτικού μας συστήματος, ας προσθέσουμε και τη συντηρητικότητα της ελληνικής κοινωνίας.

Παρ’ όλα αυτά και σποραδικά μεταφράζονται έργα αυτής της κατηγορίας και –το πλέον σημαντικό– έχουν εμφανιστεί και καθιερωθεί και Έλληνες συγγραφείς συνεχιστές αυτού του είδους. Από αυτούς, οι πρώτοι χρονολογικά που ξεχώρισαν (αρχές της δεκαετίας του 2000) είναι ο Βασίλης Παπαθεοδώρου και ο Φίλιππος Μανδηλαράς, ενώ με λίγα χρόνια καθυστέρηση τους ακολουθεί και ο Πολυχρόνης Κουτσάκης.

Τα μυθιστορήματα και των τριών αυτών συγγραφέων (άραγε μήπως θα πρέπει ξεχωριστά να μελετηθεί το γεγονός πως και οι τρεις είναι άνδρες;) διακρίνονται από μια κοινωνική δυστοπία και οι περιγραφές τους, είτε αφορούν παρελθούσες εποχές ή και του παρόντος, είναι έντονα ρεαλιστικές. Κάτι, δηλαδή, που σε μεγάλο βαθμό χαρακτηρίζει τη λογοτεχνία της ενηλικίωσης που γράφτηκε ή γράφεται και από άλλους συγγραφείς – ξένους μα και Έλληνες (ενδεικτικά θυμίζω τα έργα: Χαρταετοί της νύχτας της Μ.Ε. Κερ, Η κλέφτρα των βιβλίων του Ζούσακ, Μαξ της Κοέν-Σκαλί, Θα σου χαρίσω τον ήλιο της Τζάντι, το δικό μου Αμαρτωλή πόλη κ.ά.).

Όλα τα πιο πάνω είναι σκέψεις που δημιουργήθηκαν καθώς διάβασα το μυθιστόρημα του Παπαθεοδώρου Τη νύχτα που έσβησαν τ’ αστέρια.

Ο Βασίλης Παπαθεοδώρου κάνει την πρώτη του εμφάνιση το 2000 και μέχρι σήμερα έχουν κυκλοφορήσει –αν καλά μετρώ– 24 δικά του βιβλία. Κάποια από αυτά ανήκουν στην παιδική λογοτεχνία, κάποια στη νεανική. Αλλά είναι ακριβώς η τόλμη που διακρίνει αυτά τα τελευταία που έχει κάνει τον συγκεκριμένο συγγραφέα να αναγνωρίζεται ως ένας ουσιαστικός εκπρόσωπος της νεανικής λογοτεχνίας μας στα πρώτα χρόνια του 21ου αιώνα.

Λοιπόν, 19 χρόνια συγγραφικής παρουσίας με 24 βιβλία – όλα αξιόλογα και κάποια από αυτά στάθηκαν η αφορμή ο Παπαθεοδώρου να τιμηθεί με σημαντικά βραβεία. Να θεωρήσω πως και η περίπτωσή του επιβεβαιώνει την άποψη πως μπορεί να συνυπάρχει η ποιότητα της γραφής με την ποσότητα των εκδόσεων; Ναι, το θεωρώ και νομίζω πως είναι μια ακόμα απόδειξη για το πόσο επιπόλαια κάποιοι ισχυρίζονται πως ο συγγραφέας που εκδίδει συχνά βιβλία είναι κακός συγγραφέας. Κάθε δημιουργός έχει τον δικό του ρυθμό έκφρασης και αυτός με τίποτε δεν θα πρέπει να συνδυάζεται με την ποιότητα ή μη των γραπτών του.

Αλλά επανέρχομαι στο μυθιστόρημα Τη νύχτα που έσβησαν τ’ αστέρια. Ο Παπαθεοδώρου συνηθίζει να τοποθετεί την πλοκή των νεανικών μυθιστορημάτων του μέσα στους χώρους όπου ένας έφηβος κινείται και παράλληλα ζητά να αποδείξει πως οι χώροι αυτοί είναι άμεσα συνδεδεμένοι με τον γενικότερο κοινωνικό περίγυρο.

Θα χαρακτήριζα τον συγκεκριμένο συγγραφέα ως κοινωνικά ευαισθητοποιημένο, όχι όμως και πολιτικά προβληματισμένο. Ο Παπαθεοδώρου –ως γνήσιος εκπρόσωπος της γενιάς του (γεννήθηκε το 1967)– προτιμά η σκέψη του να κινείται εκτός των ορίων της όποιος ιδεολογίας. Είναι ανθρωποκεντρικός – τα άτομα μόνα τους συνθέτουν τις στάσεις τους απέναντι των άλλων και οι κρίσεις τους προς το σύνολο χαρακτηρίζονται περισσότερο από ψυχολογικές αναλύσεις ή συναισθηματικές αντιδράσεις και λιγότερο από ιδεολογικές τοποθετήσεις.

Στο συγκεκριμένο μυθιστόρημα, αυτός ο ανθρωποκεντρισμός αποκτά τις διαστάσεις δομής. Το έργο αποτελείται από μονολόγους προσώπων – κανένα τους δεν είναι το κεντρικό πρόσωπο του μυθιστορήματος. Ενώ εκείνου που πάνω του θα στηριχτεί όλη η υπόθεση δε θα ακούσουμε ποτέ τη δική του άποψη.

Τη νύχτα της 20ής Γενάρη η Λένα Μανιέ, μαθήτρια της Γ’ Λυκείου, εξαφανίζεται. Κανείς δεν ξέρει το γιατί, κανείς δεν έχει καταλάβει κάτι, σε κανέναν δεν έχει πει τίποτα. Το γεγονός αυτό δρα καταλυτικά, τις μέρες που ακολουθούν, στις σχέσεις συγγενών, φίλων και γνωστών της, καθώς όλοι αναρωτιούνται για τον δικό τους ρόλο σε αυτή την εξαφάνιση, αλλά προπάντων για τον ρόλο των υπολοίπων. Εννιά άτομα, εννιά αφηγητές προσπαθούν να δικαιολογήσουν, να συγκαλύψουν, να κατηγορήσουν. Και καθώς περνά ο καιρός οι σχέσεις τους δοκιμάζονται, αλλάζουν, καταρρέουν.

Με αυτά τα λόγια από το οπισθόφυλλο του βιβλίου, ο συγγραφέας επέλεξε να συστήσει το έργο του στον υποψήφιο αναγνώστη του. Και εκείνος που θα αποφασίσει να το διαβάσει θα γνωρίσει τον μικρόκοσμο αυτής της μαθήτριας, αλλά πολύ γρήγορα θα κατανοήσει πως ο συγγραφέας τον παρασέρνει σε μια περιδιάβαση της σύγχρονης μεσοαστικής κοινωνίας μας.

Συμμαθητές της Λένας, η οικογένειά της, ενήλικες του ευρύτεροι κύκλου της, καθηγητές και εκπρόσωποι της Πολιτείας – όλοι, ο ένας μετά τον άλλο, θα αναφέρονται σε εκείνη που η εξαφάνισή της θα έχει σταθεί η αιτία να ενδοσκοπηθούν. Με γνησιότητα ή πάντα με τη διάθεση κάτι να κρύψουν, κάτι να δικαιολογήσουν;

Πολυφωνικό μυθιστόρημα. Στηρίζεται σε πρωτοπρόσωπες αφηγήσεις, κρατά τη δομή της γλώσσας του καθενός από τα πρόσωπα που μιλάνε. Αποφεύγει να φωτίσει τα γεγονότα από την πλευρά ενός παντογνώστη αφηγητή – το κάνει μόνο στο τελευταίο κεφάλαιο, όπου εκεί πλέον ο αναγνώστης θα γνωρίσει τις σκέψεις, τις τελευταίες σκέψεις της πρωταγωνίστριας.

Για μια ακόμα φορά ο Βασίλης Παπαθεοδώρου δείχνει να γνωρίζει καλά τον κόσμο των εφήβων και τους χώρους όπου κινούνται. Και καθώς σελίδα τη σελίδα και από εξομολόγηση σε εξομολόγηση προχωρά, ξετυλίγει και τη νοσηρότητα της σημερινής κοινωνίας μας. Κάποια πρόσωπα θα μπορούσαν ίσως να την πολεμούσαν. Όμως καθώς μόνο εντός της ατομικότητάς τους κινούνται, η όποια αντίδρασή τους δεν μετατρέπεται σε κοινωνική αλλαγή. Κάπως, δηλαδή, παρόμοια με ό,τι βλέπουμε να συμβαίνει στις μέρες μας.

Τελικά, σκέφτομαι πως και η ανάγνωση του κόσμου μέσα από τον ανθρωποκεντρισμό ίσως να είναι μια πολιτική πράξη. Αυτό, τουλάχιστον, νομίζω πως πρεσβεύει ο Βασίλης Παπαθεοδώρου. Και δεν έχω λόγο να διαφωνήσω μαζί του.

Μάνος Κοντολέων

Matia.gr - 10 Ιουνίου 2019

Το Νοέμβριο του 2018 κυκλοφόρησε το νέο εφηβικό/μετεφηβικό μυθιστόρημα του Βασίλη Παπαθεοδώρου με τίτλο «Τη νύχτα που έσβησαν τ' αστέρια».

Μια παράξενη νυχτιά είναι αυτή της 20ης Ιανουαρίου με το κρύο να έχει κοπάσει, τις ελπίδες αναπτερωμένες εν όψει Σαββατοκύριακου και τον ουρανό ξάστερο.


Όλοι ένιωσαν πόσο είχε γλυκάνει ο καιρός.
Ακόμα και η Λένα.
Αλλά η Λένα δε γύρισε στο σπίτι της.
Ποτέ.
Γιατί εκείνη την ασυνήθιστη νύχτα, τη νύχτα της ξαστεριάς και του φθινοπωρινού αέρα, τη νύχτα της Μικρής και της Μεγάλης Άρκτου και των πεφταστεριών, τη νύχτα του γλυκού καιρού, η Λένα χάθηκε.
Όμως αυτό ήταν κάτι που κανείς δεν το είχε παρατηρήσει. Ούτε το είχε αισθανθεί να έρχεται.
Γιατί κανείς δεν μπορούσε.

Όμως, θέλει δεν θέλει κανείς -και ιδιαίτερα όταν υπάρχει μια εξαφάνιση- όλα παίρνουν τον δρόμο τους με μια αμείλικτη αποφασιστικότητα.

Ο Χρήστος, ο αδερφός της Λένας, φοιτητής στην Θεσσαλονίκη, επιστρέφει εσπευσμένα στην Αθήνα για να βοηθήσει. Στο ταξίδι του με το τρένο έχει όλο το χρόνο δικό του (περισσότερο από όσον θα ήθελε, για να λέμε την αλήθεια) να σκεφτεί, να μετανιώσει για την κλήση που δεν απάντησε την Τετάρτη, για την επιθυμία του να φύγει μακριά από όλους τους όταν είχε κατέβει Αθήνα για τις γιορτές, για τον τρόπο που αντέδρασε στην προοπτική η Λένα να “περάσει” Θεσσαλονίκη και να είναι φοιτητές στην ίδια πόλη. Όταν, δε, φτάνει σπίτι, το κλίμα ίδιο όπως το είχε αφήσει· πένθιμο και καταθλιπτικό. Οι γονείς, η μικρότερη αδελφή του, Δήμητρα, η θεία Νατάσσα. Όλοι παγωμένοι, ανήμποροι, διστακτικοί…

Στο σχολείο της Λένας ο “μέχρι πριν από μία βδομάδα γκόμενός της”, Νίκος, θα ήθελε πολύ αυτή τη μέρα να βρισκόταν κάπου αλλού, ή έστω να ήταν αόρατος. Να μην τον κοιτούν σαν να είναι ο “φταίχτης”. Και εδώ που τα λέμε, δεν είναι και λίγα τα ψέματα που έλεγε ή αυτά που άφηνε να εννοηθούν για την ερωτική του ζωή με την Λένα.


Βασικά δεν έλεγα, άφηνα να εννοηθούν. Κι αυτό που άφηνα να φανεί και δεν το διέψευδα ήταν πως η Λένα τα κάνει όλα. Όλα όμως. Κι ότι είχαμε κάνει τα πάντα. Και στην ουσία δεν είχαμε κάνει τίποτε άλλο πέρα από κάτι αγκαλίτσες, κάτι φιλάκια, κάτι φασωματάκια του γυμνασίου. Αλλά εγώ το έκρυβα αυτό κι άφηνα τους άλλους να νομίζουν πως είναι τουλάχιστον πορνοστάρ. Ίσως γιατί είναι και η αδερφή του Χρήστου, κι αυτό μέτραγε σε όλους.

Ο Σταύρος, ο κολλητός του Νίκου, μάλλον χαρούμενος νιώθει με την εξαφάνιση της Λένας. Παρ’ όλο που της το έπαιζε φίλος, παρ’ όλο που περνούσαν καλά όταν ήταν μαζί, η Λένα ήταν η μόνη που είχε μαντέψει το μυστικό του: Ήθελε τον Νίκο μόνο για εκείνον.

Η φιλόλογος Θεοδώρα Παπαλάμπρου βρισκόταν θαρρείς σε μια διαρκή κόντρα με την Λένα. Δεν θέλει ούτε στον εαυτό της να το παραδεχτεί, μα η αλήθεια ήταν μία: Δεν την συμπαθούσε στάλα. Όταν μάλιστα η κολλητή της Λένας, η Παναγιώτα, την ρωτάει ευθέως εάν συμπαθούσε την Λένα, αποφεύγει να απαντήσει… “Τι εννοείς κορίτσι μου;” Όμως και η Παναγιώτα δεν πήγαινε πίσω…


Η ουσία ήταν πως ήθελα να ακούσω ένα άτομο να λέει πως αντιπαθούσε τη Λένα, έπειτα από αυτό το ξέσπασμα συμπάθειας των τελευταίων ημερών στο σχολείο. Όλοι έδειχναν να είναι με το μέρος της, σαν να την αγάπησαν ξαφνικά. Και εγώ, η κολλητή της, σαν να μην μπορούσα να συμμεριστώ τα αισθήματα των άλλων. Γιατί η αλήθεια είναι πως τη Λένα την αγαπούσα, τη λάτρευα, αλλά δεν την συμπαθούσα. Δεν είναι πολύ περίεργο αυτό; Να έχεις μια κολλητή και να μην ξέρεις αν την πας ή όχι; Τη θαύμαζα, αλλά δεν ξέρω αν την εκτιμούσα. Τον τελευταίο καιρό, τον τελευταίο πολύ καιρό, ήμουν μπερδεμένη στο πως ένιωθα απέναντί της.

Ο πατέρας της Παναγιώτας, ο Αντώνης ξέρει πολύ καλά τι ακριβώς αισθάνεται τις τελευταίες μέρες… Τον έχει κυριεύσει ο τρόμος. Αλήθεια πόσων ετών είναι η Λένα; 17 και κάτι; ή μήπως 18 για να ηρεμήσει λίγο…

Η θεία της Λένας, αδελφή της μητέρας της, Νατάσα, έχει αναλάβει να απαντά στο τηλέφωνο σε γνωστούς, φίλους, συγγενείς, που επικοινωνούν για να πει ο καθένας την γνώμη και ιδέα του για το που έχει πάει η Λένα. Ίσως όμως τόσο η ίδια η Νατάσα όσο και ο πατέρας της Λένας μπορεί να μην γνωρίζουν το που βρίσκεται, αλλά σίγουρα έχουν κάποιες υποψίες για το σκηνικό που είδε και ίσως αποτελεί και τον λόγο της εξαφάνισής της.

Και τέλος -για να συμπληρωθεί η εννιάδα- η μικρή αδερφή της Λένας, αναρωτιέται μήπως δεν έπρεπε να της “τη λέει” τόσο συχνά. Ίσως αν ήταν πιο αγαπημένες…


Κριτική και εντυπώσεις

Το καινούργιο συγγραφικό αριστούργημα του Βασίλη Παπαθεοδώρου ήρθε για να συγκλονίσει τον κάθε αναγνώστη του, σε όποια ηλικιακή ομάδα κι αν ανήκει.

Και να το εξηγήσω: Το “Τη νύχτα που έσβησαν τ’ αστέρια” είναι ένα βιβλίο που απευθύνεται, ενδιαφέρει, αφορά, συγκλονίζει, ξεβολεύει, γίνεται κατανοητό και προβληματίζει από τους εφήβους μέχρι και τους ευαισθητοποιημένους συνταξιούχους. Ανάλογα με την ηλικία του αναγνώστη γίνεται και η ανάγνωση του κειμένου και αποκωδικοποιούνται διαφορετικοί προβληματισμοί, νοήματα και σκέψεις.

Το ενδιαφέρον -καθώς το διαβάζεις- ηλεκτρίζεται με τις πρώτες κιόλας προτάσεις του και αιχμαλωτίζεσαι οριστικά και αμετάκλητα με τις τελευταίες λέξεις του πρώτου κεφαλαίου. Μετά αφήνεσαι στην αποτύπωση του ταλέντου του συγγραφέα. Σε απαγάγει από την πραγματικότητα και σε μεταφέρει σε μια άλλη -πολύ πιο ρεαλιστικά ακριβή- πραγματικότητα, κάνοντάς σε αόρατο ωτακουστή και αποδέκτη των αφηγήσεων, των σκέψεων, των συναισθημάτων, των πράξεων των “κοντινών”, της απούσας ηρωίδας του βιβλίου, της Λένας.

Γιατί η Λένα, ενώ έχει ποτίσει με την αύρα της κάθε σελίδα του “Τη νύχτα που έσβησαν τ’ αστέρια” δεν εμφανίζεται η ίδια σε καμία σελίδα του. Κι όμως, σε κάνει να την συμπαθείς ή να την αντιπαθείς, να συμμερίζεσαι ή όχι τις απόψεις της, να προβληματίζεσαι ή να εκπλήσσεσαι με τις αντιδράσεις και τα πιστεύω της και καταφέρνει να νιώθεις τα συναισθήματά της και να αγωνιάς κι εσύ για την εξαφάνισή της.

Κοιτάξτε, το βιβλίο “Τη νύχτα που έσβησαν τ’ αστέρια” δεν είναι απλά ένα βιβλίο. Είναι ένα αριστούργημα που αποτυπώνει έντονα και μόνιμα την αλλοφροσύνη της κοινωνίας του σήμερα βαθιά μέσα στο μυαλό σου, σε υποκινεί να αλλάξεις τα άσχημα, να βάλεις ένα φρένο τέλος πάντων, να ξεχωρίσεις το τάχα μου από το καλό, να πάρεις θέση μετά από σκέψη -αυστηρά μετά από σκέψη όμως, όχι ότι μου ήρθε πρώτο πρώτο στο μυαλό- να νιώσεις επιτακτικά ότι μπορείς -και πρέπει- να αλλάξεις από την δική σου πλευρά δεκάδες πράγματα που δεν είχες πριν προσέξει ή δώσει την ανάλογη σημασία. Έτσι ο κόσμος θα γίνει καλύτερος για κάθε Λένα -και όχι μόνο- αυτού του κόσμου.

Αξίζει βραβείο αυτό το βιβλίο. Το “Τη νύχτα που έσβησαν τ’ αστέρια” είναι ένα καυτό, συγκλονιστικό μυθιστόρημα. Το μοναδικό ταλέντο του Βασίλη Παπαθεοδώρου στιγματίζει και προβάλει τα σύγχρονα προβλήματα της κοινωνίας μας από διάφορες οπτικές γωνίες, σφαιρικά και κρυστάλλινα.

Ένα ψυχογράφημα της σύγχρονης κοινωνίας είναι το έργο του αυτό με ηθογραφικό χαρακτήρα, άριστα δομημένο κείμενο και με εξαιρετικά σμιλευμένους τους χαρακτήρες των ηρώων του. Μιλά για τη φιλία, το μπούλινγκ, τον ρατσισμό, την παιδεραστία, την ομοφυλοφιλία, τις διακρίσεις, τις παρωπίδες και τις ταμπέλες, τις τοξικές σχέσεις στους ανθρώπους και στις οικογένειες. Είναι ένα ανάγνωσμα που θα αλλάξει τη ζωή όποιου το διαβάσει· προς το καλύτερο, το δραστικότερο, το πιο ευαίσθητο και τελικά το ζητούμενο: το πιο ανθρώπινο. Με λίγα λόγια; Ένα αριστούργημα, ένα αριστοτέχνημα!

Δεν υπάρχει γονιός και ειδικά παιδιών στην προεφηβεία ή στην εφηβεία, εκπαιδευτικός όλων των βαθμίδων εκπαίδευσης, μαθητής ή απλά λάτρης του σασπένς, της αγωνίας και των υποδειγματικών βιβλίων που να μην τον αφορά το “Τη νύχτα που έσβησαν τ’ αστέρια“, που να μην επιβάλλεται να το διαβάσει!

Μην το χάσετε!

Ολυμπία Κατσένη

Elniplex - 4 Απριλίου 2019

Παρασκευή 20 Ιανουαρίου. Η μαθήτρια της Γ’ Λυκείου, Λένα Μανιέ, εξαφανίζεται, δεν επιστρέφει σπίτι της. Κανείς δεν το ‘χε δει να έρχεται. Κανείς δεν το ‘χε δει γιατί κανείς δεν ήθελε να δει πού εμπλέκεται σε όλο αυτό.

Ακολουθούν αλυσιδωτές μικροεκρήξεις, μικρά σύμπαντα που εκρήγνυνται και όλα σχετίζονται με τον γαλαξία της Λένας. Οι σχέσεις κλονίζονται, οι συσχετισμοί εκτός και εντός σου διαταράσσονται, οι σκέψεις αναποδογυρίζουν, οι δεύτερες σκέψεις διακοσμούνται και αναφλέγονται. Ενοχές και τύψεις αναδύονται και ξαναβυθίζονται, αλληλοκατηγορίες κινούνται δαιμονικά στα τρίγωνα του περίγυρου της εξαφανισμένης Λένας. Φίλοι και συγγενείς, συμμαθητές και καθηγητές, όλοι θέτουν εαυτόν σε ένα εδώλιο φροντίζοντας για αρχή να τον δικαιολογήσουν, αν όχι να τον αθωώσουν βροντερά. Ένα δεν ξέρω, δεν ήθελα, δεν κατάλαβα, δεν ένιωσα πλανιέται παντού. Και σχεδόν τρεις μήνες μετά όλα έχουν αλλάξει.

Πώς τα μαθαίνουμε όλα αυτά; Μέσα από εννιά πρωτοπρόσωπες αφηγήσεις. Είναι ο Νίκος, ο πρώην, ο Σταύρος ο κολλητός του, η Παναγιώτα η κολλητή της, η καθηγήτρια Θεοδώρα Παπαλάμπρου, ο Αντώνης, πατέρας της κολλητής της, ο Χρήστος ο μεγάλος αδελφός, η Δήμητρα η μικρή της αδερφή, η θεία Νατάσσα, η αστυνομικός που χειρίζεται την υπόθεση. Όλοι αποκαλύπτουν τον εαυτό τους και σαν παζλ χτίζουν μέσα από τις αφηγήσεις τους τον  χαρακτήρα της εξαφανισμένης Λένας, την απαστράπτουσα τοξικότητα της οικογένειας και του στενού περιβάλλοντός της, το παρασκήνιο των επιλογών της, το “πώς γυρίστηκε” των συμπεριφορών που την έσπρωξαν στον γκρεμό. Σαν παζλ δομείται επίσης το μερίδιο ευθύνης του καθενός που τώρα βλέπει σε εκείνες τις μικρές, “ασήμαντες”, επιπόλαιες συμπεριφορές του απέναντι στη Λένα ένα ενοχικό κομμάτι να τον σιγοτρώει και εκείνα τα “έλα μωρέ” πειράγματα και αγγίγματα και λόγια και προστριβές να έχουν γυρίσει την κάνη τους προς το πρόσωπό του.

Την ίδια στιγμή, αυτοί οι εννιά τραβούν εν αγνοία τους μια καθαρή φωτογραφία της σημερινής Ελλάδας. Μια χώρα θεάματος, όπου το δράμα και η οδύνη πουλάνε, όπου η απώλεια γίνεται από συνδικαλιστικό παιχνίδι μέχρι ποστ στα σόσιαλ μίντια, όπου περιμένουμε στη γωνία τους Πακιστανούς μήπως είναι αυτοί οι δράστες γιατί αν είναι Έλληνες είναι αλλιώς τα πράγματα. Με ανθρώπους κατά κύριο λόγο ευκαιριακούς, που δρουν δίχως εμβάθυνση, δίχως αύριο, πιστεύοντας ότι τίποτα δεν αφήνει αποτύπωμα στους άλλους. Μια κοινωνία πρόσκαιρη που φέρεται με προσωρινότητα έναντι αναλώσιμων ανθρώπων.

Το Young Adult δραματικό μυθιστόρημα του Βασίλη Παπαθεοδώρου δεν είναι ένα κλασικό εφηβικό βιβλίο. Έχει μια θεατρική δομή διαδοχικών εσωτερικών μονολόγων που παραπέμπει στις αστυνομικές αποτυπώσεις της Άγκαθα Κρίστι όπου όλοι είναι υποψήφιοι για το έγκλημα και ίσως εν τέλει όλοι να το έχουν διαπράξει. Αυτή η θεατρική δομή, η άγνοια του καθωσπρεπισμού, η υπέρβαση του καλού και του κακού, το κάνουν ένα διηλικιακό μυθιστόρημα που διαβάζεται με μεγάλο ενδιαφέρον από κάθε αναγνώστη 14-15+. Και η απουσία της μίας οπτικής (οπτική του άλλου) ανοίγει το πλάνο στο πόσο σχετική είναι η αλήθεια και πόσο μονοπλάνο είναι ο τρόπος που σκεφτόμαστε σχεδόν όλοι.

Εκδόσεις Καστανιώτη. Δυνατή πρόταση, σκληρό, καθαρό βιβλίο.

Απόστολος Πάππος

Το Ποντίκι - 28 Μαρτίου 2019

Ο εφηβικός ουρανός δίχως αστέρια!

Αν και δεν είμαι ο πλέον κατάλληλος για να τοποθετήσω το μυθιστόρημα του Βασίλη Παπαθεοδώρου στη νεανική λογοτεχνία αποκλειστικά, εύκολα θα υποστήριζα ότι ανήκει απλώς στην καλή λογοτεχνία. Και σίγουρα δεν απευθύνεται μόνο σε ένα εφηβικό κοινό. Αντίθετα, μιλά για τους εφήβους εντάσσοντάς τους στο ευρύτερο κοινωνικό πλαίσιο μέσα στο οποίο βιώνουν, αλλά και συνδιαμορφώνουν ταυτόχρονα με τους ενήλικες, την πραγματικότητα.

Οι έφηβοι, δίχως την ασπίδα της εμπειρίας και με την αγωνία τους να αυτοπροσδιοριστούν, έρχονται σε επαφή με τη βιαιότητα του κόσμου που τους περιβάλλει, αναζητώντας ρόλους που συχνά «ξεπατικώνουν» από κακοφορμισμένα πρότυπα και αναφομοίωτες ιδέες. Κυρίως, συνειδητοποιούν την αγριότητα της ανθρώπινης φύσης που θεριεύει μέσα τους τη δίψα για ζωή, την πίεση να φιλοτεχνήσουν και να προβάλλουν το είδωλό τους. Ταυτόχρονα, έρχονται αντιμέτωποι με την εσωτερική τους βία που ζητά διέξοδο ή ένα ξέσπασμα καθώς οι προσδοκίες τους κακοφορμίζουν. Νιώθουν προδομένοι και αποξενωμένοι από την οικογένεια, από φίλους και συγγενείς, απ’ το σχολείο και την κοινωνία. Ό,τι πιστεύουν διαψεύδεται και μένουν έκθετοι και μόνοι.

Ωστόσο, η Λένα Μανιέ, η νεαρή ηρωίδα του μυθιστορήματος, η οποία εξαφανίζεται μυστηριωδώς μια χειμωνιάτικη νύχτα, μοιάζει να πληρώνει επιπλέον ένα ακόμα πιο σκληρό τίμημα: το να είναι ο εαυτός της και όχι αυτό που θέλει ή νομίζει ότι είναι ο οικογενειακός και κοινωνικός περίγυρός της. Πληρώνει την κλίση της στην ανεξαρτησία, την αυτοδιάθεση, την ελευθερία της, στο δικαίωμα να καθορίσει τη ζωή της. Γίνεται ο καθρέφτης της υποκρισίας των άλλων με το να έχει δική της γνώμη, να είναι ξεχωριστή, να κρατά τον εαυτό της σε απόσταση. «Εγκλήματα» που δεν γίνονται ανεκτά στις νεανικές κοινότητες που νιώθουν ασφάλεια μέσα στο απρόσωπο της αγέλης.

Η Λένα Μανιέ κρατά τις αποστάσεις που αποκαλύπτουν τις υποκρισίες, τα ψέματα και τις μικρότητες…

Την ιστορία της τη μαθαίνουμε στην απουσία της, καθώς για λογαριασμό της μιλούν εννιά πρόσωπα - αφηγητές, ξεχωριστά και συνθετικά ταυτόχρονα, όπου κάθε προσωπική διήγηση διαδέχεται την άλλη, σαν μια συλλογική προσπάθεια να ξεφύγουν από το δράμα, να πάρουν αποστάσεις από το γεγονός, να διασώσουν τη δική τους προστατευτική υποκρισία και ψέμα. Μέσα από τις αφηγήσεις τους για τη Λένα παραχωρούν βολικό ζωτικό χώρο για τις δικές τους ζωές, υιοθετώντας τα κατά συνθήκη ψεύδη των μεγάλων. Το θύμα επιβεβαιώνει τις υπάρξεις τους, ωστόσο, αριστοτεχνικά απουσιάζει κάθε προσπάθεια συγγραφικής συμπάθειας ή απέχθειας απέναντι στα πρόσωπα της ιστορίας. Ο συγγραφέας δεν μεροληπτεί και δεν συμμετέχει στην αφήγησή του. Μένει μέσα της, φωτίζοντάς την από τα βάθη της.

Η εξαφάνιση της Λένας αναδεικνύει τον σκοτεινό κόσμο της εφηβείας, ό,τι κρύβεται πίσω από το στιλπνό και απαστράπτον περίβλημα της νεότητας, αλλά και το περιβάλλον, άμεσο και έμμεσο, μέσα στο οποίο αναπτύσσεται ο νεανικός κόσμος, εκεί, στο αιχμηρό μεταίχμιο της επώδυνης μετάβασης από τη νεανική σκληρότητα στην ενήλικη.

Πρόκειται για ένα σύγχρονο μυθιστόρημα γραμμένο με πηγαία αφηγηματική μαεστρία και βαθύτητα, που δεν εξωραΐζει ούτε απλοποιεί τον πολυσύνθετο και απαιτητικό κόσμο των νέων και, κυρίως, δεν ενδίδει στις μυθοποιημένες αντιλήψεις περί νεότητος, αποφεύγοντας επιμελώς την ολισθηρότητα της ηθικολογίας και τον πειρασμό της νουθεσίας.

Ο Παπαθεοδώρου μας παραδίδει ένα πολύ σημαντικό κείμενο που λογοτεχνικά διακρίνεται για τις παγίδες που απέφυγε, την τολμηρότητα που επέδειξε όσο και τη λεπτή και δεξιοτεχνική διαχείριση ενός ευαίσθητου όσο κι επικινδύνου θέματος.

Ξενοφών Μπρουντζάκης

Kosvoice - 4 Φεβρουαρίου 2019

Ο Μαγικός κόσμος του παιδικού βιβλίου

Η Λένα Μανιέ εξαφανίζεται εντελώς απρόσμενα ένα βράδυ του Γενάρη από το σπίτι της . Την ιστορία της αφηγούνται εννιά άνθρωποι από το οικογενειακό, φιλικό και σχολικό περιβάλλον του κοριτσιού. Οι αφηγητές είναι: τ’ αδέλφια της, Χρήστος και Δήμητρα, η θεία Νατάσα- η αδερφή της μητέρας της-, η κολλητή της , η Παναγιώτα και ο πατέρας της, ο Αντώνης, οι συμμαθητές της Νίκος και Σταύρος (μάλιστα ο Νίκος υπήρξε και αγόρι της Λένας), η αστυνομικός Χριστίνα Βάρσου και η φιλόλογος καθηγήτρια κυρία Παπαλάμπρου. Έτσι σκιαγραφείται το πορτραίτο της μέσα από τις αφηγήσεις αυτές, ενώ οι αφηγητές μιλούν σε α’ ενικό πρόσωπο και αποκαλύπτουν τα αληθινά τους αισθήματα για την άτυχη κοπέλα αλλά και τις μύχιες σκέψεις τους. Οι ίδιοι έρχονται αντιμέτωποι με τον εαυτό τους, καθώς προσπαθούν να εντοπίσουν το δικό τους μερίδιο ευθύνης σε αυτή την υπόθεση. Η αλήθεια είναι ότι στην ουσία κανείς, πλην της Μερόπης- που υπήρξε η φίλη των τελευταίων ημερών- δε μπόρεσε να δει την αληθινή Λένα, αφού πολύ εύκολα ο καθένας τις «κολλούσε τις ετικέτες» που τον βόλευαν, που τον διευκόλυναν, για να τη χωρέσει στη δική του ζωή.

Ο Βασίλης Παπαθεοδώρου παρουσιάζει σε αυτό το μυθιστόρημα του- που αποτελεί μια ιδιαίτερη κατηγορία, καθώς θεωρώ ότι απευθύνεται σε ώριμους έφηβους- ένα καθρέφτη της κοινωνίας μας και χρειάζεται να έχεις τα κότσια να κοιταχτείς σε αυτόν. Το σαθρό οικογενειακό περιβάλλον, οι ψεύτικες φιλίες, οι νοσηρές κοινωνικές σχέσεις, η κυριαρχία των μέσων κοινωνικής δικτύωσης στη ζωή μας, με τα θετικά και τα αρνητικά της, η υποκριτική στάση των ενήλικων απέναντι στα εφηβικά προβλήματα. Ο συγγραφέας δεν προσπαθεί να καταδείξει τους ενόχους. Απλώνει μπροστά στον αναγνώστη την ιστορία και τον αφήνει να βγάλει μόνος του τα συμπεράσματα του. ‘Άλλωστε ο ρόλος του είναι του παρατηρητή και όχι του τιμωρού.

Άραγε η Λένα Μανιέ ήταν καλή; Ήταν σνομπ; Ήταν συμπαθητική ή αντιπαθητική; Ήταν θύμα της οικογένειας της ή αποτελούσε το μαύρο πρόβατο της; Ήταν πιστή φίλη και καλή αδερφή ή δρούσε υποκριτικά και έπαιζε τέλεια το ρόλο της; Γιατί δεν συμπεριφερόταν όπως όλα τα άλλα παιδιά της ηλικίας της; Γιατί δεν ήθελε να ταιριάζει μαζί τους; Γιατί είχε δική της άποψη; Και πόσο επικίνδυνο είναι αυτό σε μια εποχή που η προσωπική έκφραση ευνουχίζεται και τα παιδιά μας μαθαίνουν να μην εκφράζουν με σθένος της γνώμη τους; Η κριτική που δεχόταν η Λένα ήταν το τίμημα του να είναι ο εαυτός της. Και αυτό το τίμημα το πληρώνουν πολύ ακριβά τα παιδιά που δε θέλουν να χωρέσουν στο στενό κουστούμι της κοινωνίας, που δε δέχονται να εναρμονιστούν με τους άλλους , για να αρέσουν, να είναι αποδεκτοί, να μην είναι δακτυλοδεικτούμενοι. Όπως περιγράφει πολύ ωραία η Μερόπη, η τελευταία φίλη της Λένας, μιλώντας στη Χριστίνα, την αστυνομικό που έχει αναλάβει την εξιχνίαση της υπόθεσης:

... Προσωπικά νομίζω πως στη Λένα γινόταν χειρότερο bullying από ό,τι σε μένα. Απλά δεν ήταν άμεσο, δεν ήταν καθημερινό, δε χτύπαγε τόσο , ώστε ο άλλος να πει «Αααα, εδώ έχουμε bullying». Γιατί η Λένα είχε διαφορετική άποψη από τους περισσότερους στο σχολείο. Από όλους σχεδόν. Και δεν ντρεπόταν να την πει. Πολλές φορές αυτό που θα έλεγε ακουγόταν ωμό ή κυνικό και οι υπόλοιποι δεν την αποδέχονταν. Και την κορόιδευαν , έστω και πίσω από την πλάτη της. Αυτό πως ονομάζεται;

Οι γονείς που παραδέρνουν στα δικά τους προβλήματα και αδιαφορούν για τις ανάγκες του παιδιού τους, οι φίλοι- φίδια που αποκρύπτουν τα αληθινά τους αισθήματα και παραμένουν για τους λάθος λόγους σε μια φιλική σχέση, οι καθηγητές που δεν μπορούν να πιάσουν τον παλμό των μαθητών τους, δεν τολμούν να δουν ότι κάποια παιδιά πνίγονται στα δικά τους αδιέξοδα ή ότι ο τρόπος έκφρασης τους δε συμβαδίζει με τα κοινωνικά επιβεβλημένα πρότυπα, γιατί έχουν δικό τους τρόπο σκέψης και έκφρασης, γιατί είναι αυτόνομες υπάρξεις και διακηρύττουν τη διαφορετικότητα τους, δεν την καταπνίγουν. Όλοι έχουν μια θέση σε αυτό το βιβλίο. Παράλληλα ο συγγραφέας αναφέρεται στην ξενοφοβία – εξαιρετική η προσέγγιση του θέματος καθώς απογυμνώνεται η υποκριτική στάση πολλών από μας που επιφανειακά διακηρύττουμε την απέχθεια μας για τον περιρρέοντα ρατσισμό που υπάρχει στην κοινωνία, αλλά ενδόμυχα δεν έχουμε εγκαταλείψει τα στερεότυπα και τις προκαταλήψεις που μας διακατέχουν- και στην παραφιλολογία των κίτρινων φυλλάδων και πως αυτές μπορούν να σπιλώσουν υπολήψεις και ανθρώπους, εφόσον ο κόσμος άκριτα υιοθετεί ότι διαβάζει.

Ένα μεγάλο ατού του βιβλίου είναι ότι ο συγγραφέας γράφει στη γλώσσα των εφήβων και τολμά να υιοθετήσει το λεξιλόγιο τους, που είναι πλούσιο σε υβρεολόγιο. Αυτό δεν το κάνει για λόγους εντυπωσιασμού ή άγρας πελατών, αφού όσοι έχουν να κάνουν με έφηβους γνωρίζουν ότι οι ύβρεις αποτελούν σε μεγάλο ποσοστό ένα τρόπο έκφρασης τους- είτε για να διαφέρουν , είτε για να εκνευρίσουν τους μεγαλύτερους, είτε για να μπορέσουν να ενταχθούν στο πλαίσιο της παρέας, του σχολείου, της μικροκοινωνίας τους. Θα ήταν υποκριτικό να κριθεί το βιβλίο γι΄αυτό το λόγο αρνητικά. Ιδιαίτερα σε μια εποχή που τα παιδιά μας χρησιμοποιούν όλα τα ηλεκτρονικά μέσα καθημερινά, χωρίς τη δική μας εποπτεία και εμείς πιστεύουμε ότι λειτουργούν πολιτισμένα και ευγενικά.

Το βιβλίο σε βάζει βίαια στο μικρόκοσμο της εφηβείας αποδομώντας ό,τι υπάρχει πίσω από τη βιτρίνα της οικογένειας, του σχολείου και της ευρύτερης κοινωνίας. Τίποτα δεν είναι όπως φαίνεται. Πίσω από κάθε σωστό και τυπικό οικογενειάρχη, συγγενή ή φίλο στην ουσία μπορεί να κρύβεται επιμελώς μια σκοτεινή προσωπικότητα. Ένα άτομο που άγεται και φέρεται από τα κατώτερα ένστικτα του ή τις αδυναμίες του.

Σκληρός αλλά με μια δόση τρυφερότητας για τους αφηγητές του παρουσιάζεται ο συγγραφέας, καθώς το βιβλίο δεν τελειώνει μετά την ανεύρεση της Λένας. Έτσι αποτυπώνεται η εξέλιξη και στον τρόπο σκέψης των αφηγητών και το πώς ο καθένας συγκρούεται με τα προσωπικά του φαντάσματα. Το τελευταίο κεφάλαιο αποτελεί και τη λύση στο όλο μυστήριο και ο λυρισμός του παρά τη βιαιότητα της σκηνής καθαίρει τον αναγνώστη.

Ο Βασίλης Παπαθεοδώρου τολμά να πάει ένα βήμα πιο πέρα τη νεανική λογοτεχνία με αυτό το βιβλίο, το οποίο παρά το σκληρό του θέμα δεν είναι καταθλιπτικό. Τουναντίον ο συγγραφέας καταφέρνει με το βιτριολικό του χιούμορ αλλά και το ρεαλισμό του να κρατήσει τον αναγνώστη ως το τέλος. Αξίζει να το διαβάσετε και να μπείτε στο μικρόκοσμο των εφήβων, που είναι πιο σκοτεινός απ όσο φαντάζεστε….

Γιώτα Κεφαλά

Talcmag - 24 Ιανουαρίου 2019

ΔΙΑΒΑΣΑΜΕ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ «ΤΗ ΝΥΧΤΑ ΠΟΥ ΕΣΒΗΣΑΝ Τ’ ΑΣΤΕΡΙΑ»

Από τις εκδόσεις Καστανιώτη κυκλοφορεί το βιβλίο του Βασίλη Παπαθεοδώρου «Τη νύχτα που έσβησαν τ’ αστέρια».

Τη νύχτα της 20ής Γενάρη η Λένα Μανιέ, μαθήτρια της Τρίτης Λυκείου, εξαφανίζεται. Κανείς δεν ξέρει το γιατί, κανείς δεν έχει καταλάβει κάτι, σε κανέναν δεν έχει πει τίποτα. Το γεγονός αυτό δρα καταλυτικά τις μέρες που ακολουθούν στις σχέσεις συγγενών, φίλων και γνωστών της, καθώς όλοι αναρωτιούνται για το δικό τους ρόλο σε αυτήν την εξαφάνιση, αλλά προπάντων για το ρόλο των υπολοίπων. Εννιά άτομα, εννιά αφηγητές προσπαθούν να δικαιολογήσουν, να συγκαλύψουν, να κατηγορήσουν. Και καθώς περνά ο καιρός οι σχέσεις τους δοκιμάζονται, καταρρέουν, φτιάχνουν, αλλάζουν. Κι η Λένα, πανταχού παρούσα αν και πανταχού απούσα, κινεί εν αγνοία της τα νήματα όλων όσα συμβαίνουν…

Εντελώς τυχαία διάβασα «Τη νύχτα που έσβησαν τ’ αστέρια» τη νύχτα της 20ης Ιανουαρίου. Με το που ξεκίνησα το βιβλίο και συνειδητοποίησα τη σύμπτωση κατάλαβα ότι αυτό που είχα στα χέρια μου θα με άγγιζε βαθιά. Και δεν διαψεύστηκα. Το τελείωσα μέσα σε 2μιση ώρες, το βρήκα -με μια λέξη- αριστουργηματικό και θα κάνω καιρό να το ξεχάσω. 3 μέρες τώρα σκέφτομαι σε ποια ηλικία θα πρέπει να το δώσω στα παιδιά μου. Γιατί είναι ένα βιβλίο σκληρό. Ένα βιβλίο που θα τα σοκάρει. Γιατί σε λίγα χρόνια θα τα αφορά άμεσα. Ένα βιβλίο που συμπυκνώνει σε λίγες σελίδες όλα τα πάθη της εφηβείας, αλλά και της ενήλικης ζωής: (Με τυχαία σειρά και σημασία στην πλοκή) φιλίες, έρωτες, παιδεραστία, bullying, εξαφανίσεις, βιασμούς, διαλυμένες και τοξικές οικογένειες, ομοφυλοφιλία, ρατσισμό, αρρώστιες, απιστίες, πανελλήνιες, κομπίνες, ΜΜΕ, κρίση, άγχη, ενοχές, φόβους, φόνους…

Είναι ένα βιβλίο young adult λογοτεχνίας, κατά μία έννοια αστυνομικό, που θα σοκάρει τα παιδιά κάτω των 14 ετών, αλλά είναι ΕΠΙΒΕΒΛΗΜΕΝΟ να διαβαστεί από παιδιά άνω των 14. Πώς βάζω το όριο αυτό; Αυθαίρετα, εκεί, μεταξύ Γυμνασίου και Λυκείου. Σε κείνη την άχαρη και γοητευτική και επικίνδυνη καμπή της ζωής τους, που πρέπει να μεγαλώσουν και να συνειδητοποιήσουν ότι οι πράξεις τους μπορεί να έχουν και τραγικές συνέπειες. Και να σβήσουν αστέρια. Είναι επιβεβλημένο να διαβαστεί και από τους γονείς. Καλύτερα μάλιστα πριν τα παιδιά τους μπουν στην εφηβεία. Είναι τέλος επιβεβλημένο να διαβαστεί και από τους εκπαιδευτικούς της δευτεροβάθμιας.

Αν και διάβαζα σφιγμένη, δεν έκλαψα παρά μόνο στο τέλος. Στην πιο δυνατή, στην πιο σπαρακτική σελίδα. Τότε έκλαψα πολύ. Και έπειτα κοιμήθηκα δύσκολα. Με τη σκέψη όλων όσων διάβασα. Όλων όσα εν δυνάμει έρχονται ή έχουν έρθει κι έχουν περάσει και που δεν τολμάμε να τα παραδεχτούμε. Μια και δεν τολμάμε να κοιταχτούμε κατάματα στον καθρέφτη. Μια γροθιά στο στομάχι από τον Βασίλη Παπαθεοδώρου αυτό το βιβλίο. Μια γροθιά στο στομάχι για την οποία τον ευχαριστώ.

Πελιώ Παπαδιά

Κόκκινη Αλεπού - 23 Ιανουαρίου 2019

Τη νύχτα της 20ης Ιανουαρίου ένα νεαρό κορίτσι χάνεται. Κανείς δεν ξέρει τι έχει γίνει, πού έχει πάει, ούτε οι γονείς της, ούτε τα αδέρφια της, ούτε οι συμμαθητές και οι φίλοι της. Από την ημέρα εκείνη της εξαφάνισης στήνεται ένας χορός απόδοσης ευθυνών, ποιος φταίει για τι, μέχρι να φανεί τι τελικά έγινε εκείνη τη νύχτα. Πρωταγωνιστές οκτώ άνθρωποι του στενού περιβάλλοντος του κοριτσιού: ο μεγάλος αδερφός, ο φίλος της, ο κολλητός του, η καλύτερή της φίλη, η καθηγήτριά της, ο πατέρας της κολλητής της, η συμμαθήτριά της, η θεία της.

Ο Βασίλης Παπαθεοδώρου γράφει το πρώτο του young adult* μυθιστόρημα, στήνει έναν καθρέφτη απέναντι στην κοινωνία που ζούμε και καταγράφει αυτά που βλέπει. Σαν να βάζει τους πρωταγωνιστές της ιστορίας του μπροστά σε μία ανοιχτή κάμερα, πίσω από ένα τραπέζι ανακριτικό, τους αφήνει να μιλάνε κι εκείνος σημειώνει λόγια, αντιδράσεις, συναισθήματα. Κάθε κεφάλαιο του βιβλίου αποτελεί και μια εξομολόγηση που λίγο-λίγο οδηγεί τον αναγνώστη στη λύση του μυστηρίου της εξαφάνισης. Κάθε ένας από αυτούς που μιλούν αποκαλύπτει και μια πτυχή της ζωής της 17χρονης μαθήτριας: τη σχέση της με την οικογένειά της, με τον φίλο της, την κολλητή της, με την καθηγήτριά της. Και μέσα από τις εξομολογήσεις, τις προσωπικές αυτές μαρτυρίες, συμπληρώνεται κομμάτι κομμάτι, σαν παζλ, η εικόνα της Λένας Μανιέ, αρχίζει να φαίνεται ο χαρακτήρας της, τα θέλω της, τα πιστεύω της, οι αγωνίες της και οι προβληματισμοί της. Και όσο εκείνη αποκαλύπτεται, τόσο ξεγυμνώνεται όλος της ο περίγυρος: ο μεγάλος αδερφός που είναι μια “φούσκα”, η καθηγήτρια που δείχνει να τον συμπαθεί περισσότερο από εκείνη και να τη συγκρίνει, η μικρή αδερφή που τη ζηλεύει, ο αδιάφορος πατέρας, η μάνα που προσπαθεί να μαζέψει τα δικά της κομμάτια, ο πατέρας της φίλης της που ξεπερνά τα όρια, η κολλητή που ποτέ δεν την αγάπησε πραγματικά. Κόντρες, φιλίες, έρωτες, όλα ειναι εκεί, μαζί με τη διαφορετικότητα, τον ρατσισμό, την έμφυλη βία, τα ΜΜΕ και την ανθρωποφαγία που τα διακρίνει και τον πλασματικό κόσμο των μέσων κοινωνικής δικτύωσης. Και όλα είναι δοσμένα όπως ακριβώς συμβαίνουν και στην πραγματικότητα. Δεν υπάρχει κανένα φίλτρο που να τα κάνει να φαίνονται πιο όμορφα και αυτό είναι ίσως το δυνατότερο στοιχείο του βιβλίου. Σκοτεινό, βίαιο, σοκαριστικό, αλλά απόλυτα αληθινό, διαβάζεται απνευστί.

*Young Adult fiction: όρος που στο εξωτερικό χρησιμοποιείται για να περιγράψει τα βιβλία που απευθύνονται σε νέους άνω των 15 ετών. Ta βιβλία αυτά θεωρούνται “γέφυρα” ανάμεσα στην παιδική και ενήλικη λογοτεχνία και η θεματολογία τους αντλείται από την καθημερινότητα των νέων: πρώτοι έρωτες, σεξουαλική ταυτότητα, φιλίες κλπ. 

Ζωή Κοσκινίδου

Μικρό θυμωμένο ημερολόγιο - 22 Ιανουαρίου 2019

Ένα εξαιρετικό βιβλίο και μια είδηση

Ένα πολύ όμορφο κορίτσι 17 χρονών εξαφανίζεται. Οι πιο κοντινοί της άνθρωποι, συνομήλικοι και μεγαλύτεροι, έχουν τους λόγους τους να προσπαθούν να κρύψουν τις ενοχές που νιώθουν για την εξαφάνιση.

Είναι λόγος γιορτής για την λογοτεχνία όταν ένας πολύ σημαντικός συγγραφέας γράφει το καλύτερό του βιβλίο (ή το καλύτερο μέχρι το επόμενο). Ο πολυβραβευμένος Βασίλης Παπαθεοδώρου, ένας από τους πιο αγαπημένους συγγραφείς παιδιών και εφήβων στην Ελλάδα, αποφάσισε στο τελευταίο του εφηβικό μυθιστόρημα, «Τη νύχτα που έσβησαν τ’ αστέρια» (εκδόσεις Καστανιώτη) να γράψει ένα θρίλερ για το πώς ζει η ελληνική κοινωνία, χωρίς να χαρίσει τίποτα σε κανέναν – ούτε στους εφήβους, ούτε στους γονείς τους – παρουσιάζοντας ταυτόχρονα τις ανθρώπινες και τις απάνθρωπες πλευρές τους. Οι χιουμοριστικές ατάκες δεν λείπουν, αλλά σε κανένα σημείο δεν σταματάει ο αναγνώστης να τρομάζει από το πόσο πολύ καταλαβαίνει τον κυνικό τρόπο σκέψης των ηρώων, από το πόσο προσπαθούν, ως παρτάκηδες, όλοι να καλυφθούν. Σχεδόν όλοι. Γιατί υπάρχουν και κάποιοι, πολύ λίγοι, που θα καταφέρουν τουλάχιστον να σώσουν τους εαυτούς τους και ίσως ο ένας τον άλλο, χωρίς όμως να μπορέσουν να αλλάξουν τους γύρω τους. Το μυθιστόρημα «Τη νύχτα που έσβησαν τ’ αστέρια» είναι σπουδαίο επειδή πολύ δύσκολα όποιος το διαβάσει δεν θα αποφασίσει να γίνει καλύτερος άνθρωπος. Δεν ξέρω για πόσο θα διατηρηθεί η απόφαση για όλους τους αναγνώστες, αλλά είναι μεγάλο κατόρθωμα αυτό για ένα βιβλίο.

Και μια είδηση: για αυτό το πολύ θαρραλέο βιβλίο θα έχω την μεγάλη χαρά το καλοκαίρι στα Χανιά να μιλήσω δημόσια με τον Βασίλη Παπαθεοδώρου, αφού εγώ θα παρουσιάσω «Τη νύχτα που έσβησαν τ’ αστέρια» κι εκείνος θα παρουσιάσει το καινούργιο μου αστυνομικό μυθιστόρημα, «Το ομορφότερο τέλος στον κόσμο», που θα κυκλοφορήσει τον Μάρτιο από τον Πατάκη. Θα είναι η πρώτη φορά που θα βρεθούμε στο ίδιο πάνελ με τον Βασίλη για να ανταλλάξουμε απόψεις για χαρούμενα και λιγότερο χαρούμενα πράγματα. Και, για πολλούς λόγους, που έχουμε ανακαλύψει με τον Βασίλη από τότε που γνωριστήκαμε πριν τρία χρόνια (είμαστε γεννημένοι την ίδια μέρα, με λίγα χρόνια διαφορά, σκεφτόμαστε με παρόμοιο τρόπο, έχουμε ίδιους κώδικες στο χιούμορ) νομίζω πως όσοι έρθουν θα περάσουν ιδιαίτερα καλά.

Πολυχρόνης Κουτσάκης

christinamyprincess.wordpress.com - 18 Ιανουαρίου 2019

Τη νύχτα που έσβησαν τ’αστερια: το βιβλίο της εβδομάδας

Το είδα προχθές στο facebook μιας μαμάς blogger και τα σχόλια που συνόδευαν την ανάρτηση με έπεισαν, ώστε να το παραγγείλω αμέσως.

Σήμερα λοιπόν που είχα άδεια και η Χριστίνα ήταν στο σχολείο μέχρι αργά λόγω δραστηριοτήτων, είχα την ευκαιρία να το διαβάσω.

Το βιβλίο «Η νύχτα που έσβησαν τ’αστερια» του Βασίλη Παπαθεοδώρου, κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Καστανιώτη και ανήκει στη σειρά Γέφυρες, στην οποία κυκλοφορούν βιβλία νεανικής λογοτεχνίας.

Τι δουλειά έχω εγώ με τη νεανική λογοτεχνία; Θεωρητικά καμία, αλλά η υπόθεση του συγκεκριμένου βιβλίου δεν νομίζω ότι μπορεί να αφήσει αδιάφορο κανένα γονιό. Ξαφνικά ένα βράδυ, η Λένα η οποία είναι μαθήτρια της Γ’Λυκειου εξαφανίζεται και κανείς δεν γνωρίζει κάτι. Εννιά δικοί της άνθρωποι, εννιά αφηγητές προσπαθούν να δικαιολογήσουν, να συγκαλύψουν, αλλά και να κατηγορήσουν.

Ακόμα και αν κάποιοι ισχυριστούν ότι το συγκεκριμένο βιβλίο δεν είναι ένα λογοτεχνικό διαμάντι, νομίζω ότι όσοι το διαβάσουν θα συμφωνήσουν στο εξής: είναι ένα βιβλίο που σε προβληματίζει και σε βάζει σε σκέψεις. Σε βάζει στο κεφάλι και στις σκέψεις των εφήβων. Των εφήβων που δεν έχουν πια καμιά σχέση με τους εφήβους της δικής μας γενιάς, αφού οι σημερινοί έφηβοι έχουν περισσότερα δαιμόνια να αντιμετωπίσουν. Σου θυμίζει για μια ακόμα φορά πόσο σημαντική είναι η επικοινωνία σε μια οικογένεια. Πόσο σημαντικό είναι ένα παιδί να αισθάνεται σιγουριά και ασφάλεια, ώστε να ξέρει που να απευθυνθεί όταν τα προβλήματα το κάνουν να πνίγεται. Σου θυμίζει ότι οι τυπικές και οι τοξικές σχεσεις μόνο κακό μπορούν να κάνουν. Σου θυμίζει τέλος ότι το ανθρώπινο είδος έχει φτάσει στο πάτο και ότι πρέπει επιτέλους να κάνει κάτι για να υπερασπιστεί το όνομα του.

Ανήκει στην κατηγορία των βιβλίων, που αν έχεις χρόνο να του διαθέσεις, ούτε που καταλαβαίνεις ποτέ τελειώνει. Εννοείται ότι το προτείνω σε όλους τους γονείς που έχουν παιδιά στην εφηβεία, αλλά και στα παιδιά που είναι στην εφηβεία.

paidikavivlia.blogspot.com - 17 Ιανουαρίου 2019

Ο Βασίλης Παπαθεοδώρου, γράφει ένα συγκλονιστικό μυθιστόρημα. Πρόκειται για ένα μυθιστόρημα χαρακτήρων με καταιγιστική δράση, που κορυφώνεται κλιμακωτά, τόσο σε σχέση με τα γεγονότα καθ' αυτά, όσο και σε σχέση με τα συναισθήματα των πρωταγωνιστών.

Αθέατη και σιωπηλή πρωταγωνίστρια είναι η Λένα. Ένα κορίτσι της Γ λυκείου που εξαφανίζεται χωρίς να αφήσει ίχνη.

Ο αναγνώστης δεν γνωρίζει αν πρόκειται για εκούσια φυγή, ή αν κάτι πιο σκοτεινό και απειλητικό για τη ζωή της νέας κοπέλας, κρύβεται πίσω από αυτή την εξαφάνιση. Την Λένα δεν θα τη γνωρίσουμε μέσα από την προσωπική της αφήγηση, αλλά μέσα από τις αφηγήσεις εννέα προσώπων, που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο συνδέονται με εκείνη και νιώθουν να κουβαλούν ένα μερίδιο ενοχής και ευθύνης για την εξαφάνισή της.

Πρόσωπα του στενού συγγενικού της περιβάλλοντος, συμμαθητές της από το σχολείο, φίλοι και γνωστοί, προσφέρουν ο καθένας το δικό του κομμάτι στο παζλ που επιχειρεί να φτιάξει ένα πορτραίτο για την εξαφανισμένη Λένα.

Προσωπικές αφηγήσεις για ανομολόγητα πάθη, συγκρούσεις και αντιπάθειες που κρύβονται πίσω από το προσωπείο της φιλίας, σχέσεις που τις ορίζει το συμφέρον, έρωτες που δεν ευδοκίμησαν, οικογένειες που κρύβουν καλά τις παθογένειες τους πίσω από τον κοινωνικό καθωσπρεπισμό τους, τίποτα δεν είναι όπως θέλει να φανεί.

Ο Βασίλης Παπαθεοδώρου, αποδεικνύεται βαθύς γνώστης των νεανικών συμπεριφορών, και του σύγχρονου κώδικα επικοινωνίας των νέων. Με γλώσσα τολμηρή, σκληρή πολλές φορές, καταδεικνύει τη δύναμη των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, την επίφαση της εγγύτητας που δημιουργούν, τους κινδύνους, το στιγματισμό, την υποκρισία, την αβασάνιστη κριτική, τη ρηχότητα και το πρόσκαιρο της επικαιρότητας. Οι άνθρωποι και τα μέσα, όλα είναι παρόντα στην εξέλιξη της ιστορίας και φωτίζουν την εικόνα μιας κοινωνίας που αδυνατεί να (υπο)στηρίξει τους νέους που τολμούν να είναι διαφορετικοί, αλλιώτικα διαφορετικοί από εκείνο το παπαγαλισμένο πρότυπο που έχουμε μάθει να θεωρούμε ως διαφορετικότητα.

Καθώς ο χρόνος από την εξαφάνιση της Λένας κυλά, και ενώ στο προσκήνιο μπαίνουν οι δυο αστυνομικοί που αναζητούν τα ίχνη της, οι σχέσεις των αφηγητών περιπλέκονται, δοκιμάζονται, τα πρόσωπα κατηγορούν και κατηγορούνται, αλλάζουν ραγδαία, επαναπροσεγγίζουν την πραγματικότητα με έναν τρόπο αληθινό, απελευθερωτικό θα μπορούσαμε να πούμε για τα καταπιεσμένα τους συναισθήματα, αναμετρούνται με τις ανομολόγητες αλήθειες τους...

Δεν θα αποκαλύψουμε στον αναγνώστη αυτού του άρθρου, την κατάληξη της ιστορίας. Άλλωστε αυτό που ίσως έχει μεγαλύτερη σημασία, είναι η κατανόηση της ευαίσθητης ψυχοσύνθεσης των νέων ανθρώπων, και πως δεν είναι πάντα κάτι πολύ μεγάλο, κάτι πολύ σοβαρό που μπορεί να οδηγήσει σε μια φυγή, αλλά το βάρος μιας καθημερινότητας γεμάτης υποκρισία, μιας καθημερινότητας χωρίς αλήθεια, χωρίς ουσιαστικές σχέσεις, που σου επιβάλει τα πρότυπά της, που σου στερεί τις πολύτιμες ανάσες προσωπικής έκφρασης. Η ιστορία του Βασίλη Παπαθεοδώρου μας αντιγυρίζει ως κοινωνία το είδωλό μας στον καθρέφτη, μας βοηθά να ψηλαφίσουμε, γιατί όχι και να αναγνωρίσουμε τα σημάδια που σιγά μα σταθερά, οδηγούν στην απομάκρυνση, στη διάλυση, στην αποξένωση τις σύγχρονες οικογένειες, και φέρνουν μπροστά σε διλήμματα που μοιάζουν αδιέξοδα τους νέους ανθρώπους. Έστω κι αν αυτό που θέλησαν ήταν μόνο μια όμορφη βόλτα κάτω από τον έναστρο ουρανό...

Αγγελική Ευσταθίου

Theathinai - 11 Ιανουαρίου 2019

ΕΝΝΕΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ΕΞΟΜΟΛΟΓΟΥΝΤΑΙ

Δεν έχει περάσει καιρός από την κακοποίηση και άγρια δολοφονία της Ελένης Τοπαλούδη. Μιας νέας γυναίκας, η θηλυκότητα της οποίας κρίθηκε εκμεταλλεύσιμο προϊόν, το οποίο οφείλει να συμμορφωθεί με τις αρσενικές επιθυμίες. Και δεν είναι η μόνη. Είτε καταλήγουν στο θάνατο, είτε όχι, χιλιάδες γυναίκες κακοποιούνται κάθε χρόνο στην Ελλάδα.

Μια μέρα μετά την δολοφονία της Ελένης Τοπαλούδη, κυκλοφόρησε το βιβλίο του Βασίλη Παπαθεοδώρου «Τη νύχτα που έσβησαν τ' αστέρια». Σύμπτωση; Δεν πιστεύω στις συμπτώσεις. Γιατί αν κάτι παρατηρούμε σε καθημερινό επίπεδο δουλεύοντας με εφήβους είναι πως αυτό που έχει εκλείψει σχεδόν καθολικά είναι η αίσθηση του σεβασμού, του σεβασμού στον άλλο, στην ανθρώπινη ύπαρξη, στη ζωή, στις σχέσεις, στη διαφορετικότητα.

Αυτό άλλωστε δείχνει να είναι και το θέμα του Παπαθεοδώρου, το οποίο αναπτύσσεται μέσα από την οπτική γωνία εννέα διαφορετικών προσώπων που όλοι τους σχετίζονται με τον ένα ή τον άλλο τρόπο με την δική του εξαφανισμένη ηρωίδα, την Λένα Μανιέ. Ο αδερφός της και η μικρή αδερφή, οι συμμαθητές, η κολλητή και ο φίλος της, ο πατέρας της κολλητής που την καλοκοιτάζει, η καθηγήτρια που ήταν σε κόντρα μαζί της, η αστυνομικός που ερευνά την υπόθεση. Και οι περισσότεροι από αυτούς να κυμαίνονται σε μια πορεία ανάμεσα στην συμπάθεια, τη ζήλια και την αντιπάθεια, να δείχνουν πως συμπάσχουν, αλλά εν τέλει να ενδιαφέρονται μονάχα για το τι θα ξεβγάλει αυτή η υπόθεση επάνω τους. Εννέα πρόσωπα λοιπόν, σαν να δίνουν καταθέσεις, ή μάλλον σα να εξομολογούνται τα συναισθήματά τους για την Λένα, τη σχέση τους, αλλά και τους γενικότερους φόβους και τις ελπίδες τους.

Και σε όλους αυτούς, η ίδια νοοτροπία –μια κοπέλα διαχυτική είναι πόρνη, ένα αγόρι που ξέρει να εμπνέει ηγέτης, και ανάμεσά τους η απόσταση της σύγκρισης. Γιατί όλοι συγκρίνουν την Λένα με τον αδερφό της και την κρίνουν βάση της δικής του εικόνας. Είναι το κορίτσι που αντιδρά, που τολμάει να είναι όμορφο και έξυπνο, που εκφράζει τις σκέψεις και τα συναισθήματά του χωρίς να τα πουλάει. Είναι το κορίτσι που κανείς εν τέλει δε θα σεβαστεί. Όχι μόνο τα αγόρια, αλλά και τα κορίτσια, οι φίλες του, οι πατεράδες των φίλων του. Είναι το κορίτσι που θα ανταγωνιστεί ο φίλος για να μην χάσει τον κάτι παραπάνω για εκείνον από κολλητό του. Είναι το κορίτσι που θα κοιτάζει τα αστέρια τη νύχτα που θα χαθεί. Και θα ζητάει τη μαμά του.

Αν οι επίλογοι είναι η τελεία που θα κρίνουν αν ένα βιβλίο θα το θυμάται κανείς ή όχι, ο επίλογος του Βασίλη Παπαθεοδώρου έρχεται σε τόσο μεγάλη σύγκρουση ανάμεσα στις μικροπροσωπικές κακίες και τα κουτσομπολιά, που μουδιάζει τον αναγνώστη. Όχι επειδή δεν γνώριζε τι έχει συμβεί –αυτό το αποκαλύπτει ο συγγραφέας ήδη στα μισά της αφήγησής του. Αλλά επειδή όπως και στην πραγματική ζωή, τείνουμε να υποτιμούμε αυτό που έχει συμβεί, ίσως για να μπορούμε να το αντέξουμε.

Μαρία Σούμπερτ

Tovivlio.net - 6 Ιανουαρίου 2019

Τη νύχτα της 20ής Ιανουαρίου η μαθήτρια της Γ΄ Λυκείου Λένα Μανιέ εξαφανίζεται, φέρνοντας μεγάλη αναστάτωση στις ζωές των δικών της ανθρώπων. Κανείς δεν ξέρει τίποτα, κανείς δε γνώρισε ποτέ ουσιαστικά αυτό το κορίτσι. Γιατί εξαφανίστηκε; Πώς χάθηκε; Τι συνέβη «Τη νύχτα που έσβησαν τ’ αστέρια»; Εννιά αφηγητές από το οικογενειακό, σχολικό και κοινωνικό περιβάλλον της κοπέλας ξεδιπλώνουν το παρελθόν, προσπαθώντας να ανακαλύψουν τι συνέβη, ποιος φταίει, γιατί εξαφανίστηκε η Λένα.

Ο κύριος Βασίλης Παπαθεοδώρου, τέσσερα χρόνια μετά το τελευταίο του μυθιστόρημα για εφήβους («Το ημερολόγιο ενός δειλού», 2014), επιστρέφει με άλλη μία συναρπαστική περιπέτεια, αυτήν τη φορά μ’ ένα συγγραφικό πείραμα: η πλοκή ξετυλίγεται μέσα από τις μαρτυρίες των φίλων, γνωστών, συγγενών και συμμαθητών της Λένας κι όχι με γραμμική εξιστόρηση. Διαφορετικές πρωτοπρόσωπες αφηγήσεις, με ποικίλους βαθμούς έντασης, αγωνίας και σασπένς, με τα ίδια αναπάντητα ερωτήματα και τις ίδιες τύψεις για ό,τι έγινε ή δεν έγινε κι ίσως άλλαζε την πορεία των γεγονότων. Οι μαρτυρίες καταγράφονται σε ξεχωριστά κεφάλαια, που το καθένα έχει ως τίτλο το όνομα του αφηγητή και την ημερομηνία που εκμυστηρεύεται στον αναγνώστη τη δική του πλευρά της ιστορίας.

Οι αφηγητές είναι: τ’ αδέλφια Χρήστος και Δήμητρα, η θεία Νατάσα, η κολλητή Παναγιώτα και ο πατέρας της, Αντώνης, οι συμμαθητές Νίκος και Σταύρος, η αστυνομικός Χριστίνα Βάρσου και η καθηγήτρια Παπαλάμπρου. Όλοι τους έχουν συναναστραφεί την εξαφανισμένη κοπέλα και μέσα από τις ιστορίες τους η υπόθεση περιπλέκεται κάθε φορά και περισσότερο. Όλοι όμως ανεξαιρέτως αποτελούν σημαντικό κομμάτι της προσωπικότητας της Λένας, η οποία αρχίζει να σχηματοποιείται μέσα από τα λεγόμενά τους και τη σχέση που είχαν μαζί της. Ενδεικτική είναι η φράση: «Προσπαθούν όλοι να τη σπρώξουν να χωρέσει στην εικόνα που έχουν ήδη πλάσει γι’ αυτήν» (σελ. 108). Πραγματικά, κανένας δε γνώρισε ουσιαστικά αυτό το κορίτσι είτε γιατί βιάστηκε να τη θεωρήσει με χαρακτηρισμούς που ανήκουν στην πλειοψηφία και όχι στην πραγματικότητα είτε γιατί δεν κόλλαγε στο δικό του κάδρο της ζωής. Κι όμως αυτοί οι άνθρωποι, όσο περνάει ο καιρός και δεν υπάρχουν εξελίξεις, αρχίζουν να απογυμνώνονται, να έρχονται αντιμέτωποι με τον εαυτό τους μα κυρίως με τους άλλους.

Ο συγγραφέας ασχολήθηκε μεταξύ πολλών και με τον σχολικό εκφοβισμό, αλλά μ’ έναν τρόπο λιγότερο φανερό: οι κοροϊδίες και οι υπόνοιες για τη Λένα γίνονταν πάντα πίσω από την πλάτη της. Δεν έχουμε δηλαδή απτές αποδείξεις bullying αλλά αυτές τις υποδόριες, τις υφέρπουσες, που δεν τις πιάνεις αλλά τη ζημιά την κάνουν. Άλλες δύσκολες καταστάσεις της καθημερινότητας ενός εφήβου στην εποχή μας που αναφέρονται: το διαρκές διάβασμα για τις Πανελλήνιες και το στρες που επιφέρει, οι κοπάνες, η αγωνία για το αύριο, οι διάφορες μικροχαρές και λύπες που προκύπτουν από τις μαθητικές σχέσεις, ο κίνδυνος από το facebook (ακόμη και πόσο μάταιο είναι να δείχνεις ότι υποστηρίζεις κάποιον μόνο με αναρτήσεις και ομαδικές φωτογραφίες με θλιμμένα πρόσωπα), τα πάνω και τα κάτω μιας κολλητής φιλίας, η προσπάθεια εντυπωσιασμού της κίτρινης δημοσιογραφίας που δεν ενδιαφέρεται για ντοκουμέντα ή σωστά ρεπορτάζ αλλά για εκβιασμό του συναισθήματος του τηλεθεατή, η παιδοφιλία, οι ομόφυλες σχέσεις και πολλά άλλα.

Μου άρεσε πολύ πώς χρησιμοποιήθηκε η τραγική ειρωνεία με τις σκηνές που ξετυλίγονταν κατά των προσφύγων από μαθητές που βρίσκονταν μέσα στο σχολείο και πίσω τους υπήρχε φωτογραφική έκθεση για το προσφυγικό και συνθήματα υπέρ των μεταναστών. Αυτή χρησιμοποιείται ως κυρίαρχο όπλο για να τονίσει ότι «κανείς δεν ακούει τη θέση του άλλου όταν κυριαρχεί το μίσος» (σελ. 119) και να δείξει τις τρομακτικές διαστάσεις που μπορεί να πάρει ο ρατσισμός όταν δεν αντιμετωπίζεται σωστά και στηρίζεται, κι αυτός, στη φημολογία και τις απίθανες συμπτώσεις. Τρυφερότητα, αγωνία, φόβος, προδοσία είναι μερικά ακόμη από τα αισθήματα που πυροδοτούν τις εξελίξεις και σε συνδυασμό με το γεγονός πως, αρχικά τουλάχιστον, δεν ξέρουμε τι απέγινε η Λένα, η ένταση κορυφώνεται, οι άνθρωποι απογυμνώνονται και ένα μικρό ρήγμα αλήθειας αρχίζει να αχνοφαίνεται.

«Τη νύχτα που έσβησαν τ’ αστέρια» άλλαξε για πάντα η ζωή και κάποιων ανθρώπων έμμεσα ή άμεσα. Ένα κορίτσι εξαφανίστηκε και οι φίλοι, οι συγγενείς, οι συμμαθητές είδαν την ως τότε σχετικά ανέμελη ζωή τους να παίρνει μια απότομη στροφή και ν’ αλλάζει άρδην. Κανείς δε θα είναι ίδιος και όλοι πρέπει να υποστούν τις συνέπειες, να ζήσουν ξανά τα γεγονότα πριν την εφιαλτική εκείνη νύχτα και να δεχτούν ο καθένας τον δικό του ρόλο στην περίεργη αυτήν υπόθεση μα πάνω απ’ όλα να προετοιμαστούν για την αναπόφευκτη συνέχιση της ζωής, μόνο που τίποτε δε θα είναι το ίδιο ούτε γι΄ αυτούς ούτε για τον αναγνώστη. Συναρπαστικό, ανατρεπτικό, ρεαλιστικό, ένα σκληρό και ωμό ψυχογράφημα μιας οικείας κοινωνίας που με συγκλόνισε.

Πάνος Τουρλής

Ο Αναγνώστης - 7 Ιανουαρίου 2019

Τη νύχτα που έσβησαν τ’ αστέρια…

…η λεωφόρος ήταν έρημη, φωτισμένη στα αριστερά της νησίδας που χωρίζει τα δύο της ρεύματα. Η σκοτεινή νυχτερινή εικόνα στο εξώφυλλο προκαλεί ανησυχία. Κάτι μπορεί να συμβεί στο υποφωτισμένο μέρος, εκεί που δεν βλέπει ο αναγνώστης!

Όπως ήταν φυσικό, η ανακοίνωση στα ΜΜΕ του Amber Alert για την εξαφάνιση της Λένας Μανιέ, μαθήτριας της Γ’ Λυκείου, πυροδότησε τις συζητήσεις παντού. Και το γεγονός ότι κανένας, ούτε η οικογένεια, ούτε οι φίλοι και οι φίλες, ούτε το σχολείο, ούτε καν η αστυνομία δεν είχε την παραμικρή ένδειξη εξήγησης του συμβάντος, οδήγησε όλους τους γνωστούς της Λένας σ’ έναν παροξυσμό μετέωρων υποθέσεων όπου καθένας προσπαθούσε να σταθεί απέναντι στο συμβάν και να ξεπλυθεί, ει δυνατόν, αποσοβώντας κάθε υπόνοια δικής του ευθύνης και σπέρνοντας αμφιβολίες. Γιατί προφανώς δεν έφταιγε αόριστα η κοινωνία για ό,τι συνέβη, αλλά συγκεκριμένα άτομα με λόγια και πράξεις, όχι έκδηλα βίαιες, που στοιχειοθέτησαν όμως μια άλλη όψη του bullying.

Η Λένα Μανιέ ήταν όμορφη, ντόμπρα, αντιδραστική, ατίθαση, τολμηρή. Ήταν μόνη, βρέθηκε στη μοναξιά του δρόμου της εικόνας και το πλήρωσε. Η κοπέλα έσπερνε δαιμόνια στους συνομήλικους και τους ενήλικους φέρνοντάς τους σε άβολη θέση.

Συμμαθητές και συμμαθήτριες, ο Νίκος το πρώην αμόρε, ο Σταύρος ο κολλητός του, η Παναγιώτα η κολλητή της, τη ζήλευαν και την υπονόμευαν όλοι εκτός από τη Μερόπη που έδρασε ως εξωτερικός οξύνους παρατηρητής και ένωσε τα κομμάτια του puzzle δίνοντας στοιχεία στην αστυνομικό Χριστίνα.

Η οικογένεια «τοξική», ο Χρήστος ο μεγάλος αδελφός, ένας υπερεκτιμημένος πάτος, η Δήμητρα η μικρή που δεν έφτανε ούτε στο νυχάκι της, ο πατέρας ένας δυνάστης μικροαστός που λέρωνε τη φωλιά του με τη Νατάσσα την καλή θεία, η μητέρα, φαινομενικά άβουλη, είναι εκείνη που ξεσκεπάζει τα άπλυτα του γιου και υπαινικτικά τα του συζύγου της.

Ο Αντώνης και ο Λουκάς, άνδρες του φιλικού περιβάλλοντος, τη λιμπίζονταν και ελαφρώς την παρενοχλούσαν. Ο πρώτος έβαλε και χέρι.

Η καθηγήτρια Θεοδώρα Παπαλάμπρου, μεροληπτική απέναντί της, ζήλευε εκείνο που δεν κατάφερε να είναι στην εφηβεία της και μετά.

Οι πάντες πνίγονται στις ενοχές. Είναι όμως ένοχοι; Ο Παπαθεοδώρου δε φαίνεται να ενδιαφέρεται για αυτό το αστυνομικό κομμάτι του μυθιστορήματος. Αντίθετα, ψυχογραφεί καθέναν και καθεμιά, παρουσιάζει τις οπτικές τους συνθέτοντας μια τοιχογραφία προσωπικοτήτων που έχουν διαβρωθεί από την έκπτωση των κοινωνικών ηθών.

Η έκπτωση των κοινωνικών ηθών διαπερνά το μυθιστόρημα. Τη βλέπουμε στην αδηφαγία των ΜΜΕ που, λες και είναι πρωινάδικα, πολιορκούν το περιβάλλον της Λένας και χειρίζονται την κοινή γνώμη. Εμφανίζεται στις απόψεις των πουλημένων συνδικαλιστών του σχολείου που επιδιώκουν αφενός να καλοπιάσουν τους μαθητές τους υποστηρίζοντας ότι αξίζουν να μοριοδοτηθούν λόγω του σοκ στις πανελλήνιες και αφετέρου να κρατήσουν τις καρέκλες τους και στην ευκολία με την οποία βγαίνουν όλοι από το πρόβλημα, αφού προηγουμένως έχουν βεβαίως υποκύψει στη σαγήνη των μέσων κοινωνικής δικτύωσης διατυμπανίζοντας τα φιλικά προς το θύμα αισθήματά τους. Και τέλος, ανάμεσα σε όλα τα παραπάνω, έχουμε ένα ξέσπασμα ρατσιστικών συμπεριφορών και μίσους, καθώς δυο, τελικά αθώοι, Πακιστανοί βρέθηκαν στο δρόμο της κοπέλας και κοίταζαν την ομορφιά της. Παρόλα τα τόσα που «μαθαίνουν» τα παιδιά στο σχολείο, ο ρατσισμός, είναι συνέπεια όσων ακούνε οι νέοι στα καλοβαλμένα σπίτια τους, και από υπόγειος γίνεται απροκάλυπτος δηλητηριάζοντας τις σχέσεις τους.

Η φωνή της λογικής ακούγεται δυναμικά καταγγελτική από τη μητέρα της Λένας η οποία με τα λόγια της δίνει το έσχατο ιδεολογικό στίγμα του μυθιστορήματος: …Οι άνθρωποι είναι καλοί και κακοί, αθώοι και ένοχοι. Δεν είναι Έλληνες και ξένοι. Εδώ εσείς κρίνετε αν έχουν διαπράξει κάτι από την εθνικότητά τους. Με συγχωρείτε, το έγκλημα δεν είναι αποκλειστικότητα των αλλοδαπών, δεν είμαστε άγιοι εδώ…

Το μυθιστόρημα Τη νύχτα που έσβησαν τ’ αστέρια είναι ένα αριστοτεχνικά γραμμένο non action δράμα εσωτερικoύ χώρου (του ψυχικού και του κυριολεκτικού), με την πλοκή να στηρίζεται αποκλειστικά στο λόγο προκαλώντας έτσι τον αναγνώστη να σκεφτεί κατά πόσον οι ενοχές όσων ανήκουν στον κύκλο της κοπέλας φτιάχνουν άλλους ενόχους. Ομολογώ πως μου θύμισε την ταινία δωματίου Οι 12 ένορκοι (1957) του Σίντνεϊ Λιούμετ, όπου όλα συμβαίνουν στους διαλόγους.

*****

Παρακολουθώντας συστηματικότατα τη συγγραφική πορεία του Βασίλη Παπαθεοδώρου από το ξεκίνημά του μέχρι σήμερα, είναι απορίας άξιο πώς δεν έχει προταθεί ακόμα εκ μέρους της Ελλάδας για τα διεθνή βραβεία Άντερσεν και Άστριντ Λίντγκρεν*. Ιδιαίτερα, το πεζογραφικό του έργο για νέους ενηλίκους στο σύνολό του στέκεται ισάξια με ανάλογα έργα σημαντικών ξένων συγγραφέων!

*****

Συμπτωματικά, εκτός από Τη νύχτα που έσβησαν τ’ αστέρια, του Βασίλη Παπαθεοδώρου, κυκλοφόρησαν το φθινόπωρο από τις εκδ. Μεταίχμιο ακόμα δύο μυθιστορήματα με επίκεντρο τη μεταβατική περίοδο της εφηβείας και τις ψυχικές αναστατώσεις που προκαλεί στα υποκείμενα. Είναι τα Στο στήθος μέσα χάλκινη καρδιά, του Κώστα Κατσουλάρη και το Γάλα μαγνησίας, του Κώστα Ακρίβου.

Εντελώς επιγραμματικά, πυρήνας και των τριών είναι ένα τραγικό γεγονός -το έγκλημα, η εξαφάνιση. Οι Παπαθεοδώρου και Κατσουλάρης σκιαγραφούν δραματικά όψεις της ελληνικής πραγματικότητας οι οποίες υποθάλπουν τη διάλυση του κοινωνικού ιστού, ο πρώτος, και οδηγούν σε νεανικά μορφώματα ακραίας παραβατικότητας, ο δεύτερος. Ο Ακρίβος διαχειρίζεται την εξαφάνιση και τον θάνατο ενός αγοριού από το εκκλησιαστικό οικοτροφείο στο οποίο φοιτούν οι έφηβοι του μυθιστορήματος, ως απόρροια του συντηρητισμού της επαρχιακής κοινωνία της μεταπολίτευσης, που στιγματίζει καθέναν ξεχωριστά και διαλύει τα όνειρα για ένα καλύτερο μέλλον.

*Προτάσεις μπορούν να καταθέσουν για το βραβείο Άντερσεν το Ελληνικό Τμήμα της ΙΒΒΥ και για το Λίντγκρεν το Ελληνικό Τμήμα της ΙΒΒΥ, η Εταιρεία Συγγραφέων και η Εθνική Εταιρεία Ελλήνων Λογοτεχνών.

Μαρίζα Ντεκάστρο

miaforakienankairoimikrieleni.blogspot.com - 2 Ιανουαρίου 2019

Ένα δεκαεφτάχρονο κορίτσι εξαφανίζεται ένα βράδυ του Γενάρη. Κανείς δεν ξέρει το πώς και το γιατί. Κανείς δε γνωρίζει αν είναι ζωντανή ή νεκρή. Εγκληματική πράξη ή συνειδητή επιλογή; Κι αν πρόκειται για το δεύτερο, ποια είναι άραγε τα αίτια που οδήγησαν στην εξαφάνιση της Λένας Μανιέ; Ποιες αναταράξεις προξενεί το γεγονός αυτό στις ζωές των κοντινών της ανθρώπων; Τι ενοχές, φόβους, απωθημένα, επιθυμίες, μικρά και μεγάλα μυστικά αναμοχλεύει μέσα τους; Ο Βασίλης Παπαθεοδώρου χτίζει το τελευταίο βιβλίο του, Τη νύχτα που έσβησαν τ’ αστέρια, πάνω σε μια σειρά από πρωτοπρόσωπες αφηγήσεις ανθρώπων του στενού ή ευρύτερου περιβάλλοντος της νεαρής Λένας Μανιέ, χαρίζοντάς μας ένα τολμηρό, σκληρό όσο και αποκαλυπτικό νεανικό μυθιστόρημα, που κρατά τον αναγνώστη καθηλωμένο από την πρώτη ως την τελευταία του σελίδα.

Το μυθιστόρημα ως λογοτεχνικό είδος είναι σύνθεση, κι η πολυπρισματική αφήγηση του Παπαθεοδώρου, μέσα από τις πολλαπλές οπτικές των αφηγητών του, ανθρώπων που αγάπησαν ή πλήγωσαν την εξαφανισμένη Λένα, φίλων, ανταγωνιστών, συμμαθητών, καθηγητών, συγγενών, αλλά και μιας ευαίσθητης αστυνομικού που αναλαμβάνει τη διαλεύκανση της υπόθεσης, του επιτρέπει να χτίσει με συνέπεια το περιβάλλον της κοπέλας, ένα περιβάλλον σύνθετο, γεμάτο αντιφατικές σχέσεις, συγκρουόμενα συναισθήματα, εντάσεις και ασάφειες. Κάθε αφήγηση, κάθε οπτική, προσθέτει κι ένα λιθαράκι στη μισοτελειωμένη εικόνα, άλλοτε γεμίζοντας κενά, άλλοτε προξενώντας νέες ρωγμές σε πρόσκαιρες βεβαιότητες, άλλοτε προωθώντας την πλοκή κι άλλοτε στρέφοντάς τη σε άλλη κατεύθυνση από εκείνη που αρχικά φαινόταν να πηγαίνει. Κάθε οπτική και μια άλλη πλευρά του πρίσματος, μια άλλη λήψη της πραγματικότητας, του σχολικού ή οικογενειακού μικρόκοσμου, της ίδιας της Λένας. Μικρά και μεγάλα οικογενειακά μυστικά, απωθημένες ερωτικές επιθυμίες, αντιπάθειες ενδεδυμένες τον μανδύα της φιλίας, κίνητρα όχι και τόσο αλτρουιστικά ή υψηλόφρονα όσο φαντάζουν σε μια πρώτη ματιά, απρόσμενες εκλεκτικές συγγένειες, η ελληνική κοινωνία στο μικροσκόπιο, γυμνή, με έναν τρόπο απροκάλυπτο, χωρίς ωραιοποιήσεις και βολικά στρογγυλέματα.

Οι χαρακτήρες που χτίζει ο συγγραφέας δεν είναι τέλειοι και ιδανικοί. Ακόμα και οι καλύτεροι από αυτούς, οι λιγότερο ενοχλητικοί, διαθέτουν ατέλειες, αδυναμίες, σκοτεινές πλευρές. Γεγονός που τους καθιστά πολύπλευρους, ανάγλυφους, και επιτείνει το ενδιαφέρον του αναγνώστη, καθώς δεν είναι λίγες οι φορές που οι μεταστροφές τους, οι απρόσμενες αποκαλύψεις και ο τρόπος με τον οποίο αυτοί εξελίσσονται μέσα στη ροή των γεγονότων αλλάζει την εικόνα που έχουμε γι’ αυτούς.

Μέσα σε όλο αυτό το τοπίο, η ίδια η Λένα, το κεντρικό πρόσωπο της ιστορίας, μοιάζει να περνά σαν σκιά, μέσα από τις διηγήσεις των ανθρώπων που την περιβάλλουν. Απόκοσμη κι ιδιαίτερη, ιδιότυπα επαναστάτρια, αιρετική, αντιπαθής στους πολλούς, διόλου εμφανώς χαρισματική, ένα αερικό που μοιάζει να ασκεί μεγαλύτερη επιρροή στους γύρω του όντας απούσα παρά παρούσα. Η σκιώδης παρουσία της, συνειδητή επιλογή, νομίζω, του συγγραφέα, ο οποίος δεν ενδίδει σε καμία στιγμή στο μελό και στην εύκολη συναισθηματολογία –γι’ αυτό εξάλλου, εικάζω, αποφεύγει στην ομάδα των αφηγητών του να συμπεριλάβει και τη μητέρα του θύματος, την οποία επίσης γνωρίζουμε μόνο μέσα από τις αφηγήσεις άλλων– μοιάζει να αγγίζει χορδές, να κινητοποιεί συναισθήματα, να ξεγυμνώνει κίνητρα και προθέσεις όλων όσοι μένουν πίσω.

Και να λειτουργεί με τρόπο καταλυτικά αποκαλυπτικό. Η Νύχτα που έσβησαν τα αστέρια είναι ένα μυθιστόρημα που ξεχαρβαλώνει στερεότυπα, διαψεύδει βεβαιότητες, ανατρέπει παγιωμένες αντιλήψεις, επαναπροσδιορίζοντας συνολικά την εικόνα μας για τη σημερινή ελληνική πραγματικότητα: φέρνοντας στο προσκήνιο απρόσμενες μορφές ρατσισμού, χλευάζοντας ψευτοεπαναστατικές πρακτικές, σαρκάζοντας την επιδερμικότητα των συναισθηματολογικών ξεσπασμάτων στα σόσιαλ μίντια, ψηλαφώντας προσεκτικά τις αμέτρητες πληγές στο σώμα της αγίας ελληνικής οικογένειας, αμφισβητώντας το μονόπλευρο δικαίωμα στο σωστό και στο αποδεκτό, ξεσκεπάζοντας τη μικροπρέπεια και τη συμφεροντολογία που μπορεί να ελλοχεύει ακόμα και στα μυαλά ανήλικων παιδιών, βάζοντάς μας να δούμε με άλλη ματιά ζητήματα, όπως για παράδειγμα η ενδοσχολική βία ή η πολύπαθη διαφορετικότητα, που η σχηματική και περίπου προκάτ διαχείρισή τους ταλανίζει τόσο την ελληνική κοινωνία όσο και τη λογοτεχνική μας παραγωγή.

Η επιλογή του συγγραφέα, εκατό σελίδες περίπου πριν από το τέλος, να μεταβεί αιφνίδια από το πριν στο μετά, από την αγωνία και το σασπένς της εξαφάνισης της Λένας στα παρεπόμενα της εύρεσης του κακοποιημένου πτώματός της, δεν αποδυναμώνει την πλοκή, αφού είναι αυτό ακριβώς το μετά, το πέρασμα από την αβεβαιότητα της άγνοιας στη σιγουριά της γνώσης, που θα απαλλάξει καθέναν από τους αφηγητές του Παπαθεοδώρου από προσχήματα, φέρνοντάς τους στις απολύτως πραγματικές τους διαστάσεις κι αποκαλύπτοντας τα πραγματικά τους κίνητρα: τη συμφεροντολογία και την ιδιοτέλεια όσων μόνο επιδερμικά ένιωσαν κάποτε την παρουσία της νεκρής πια Λένας. Αλλά και τη συνειδητοποίηση, τη λυτρωτική απελευθέρωση, την ουσιαστική εξέλιξη και υπέρβαση του εαυτού εκείνων που, μακριά από λογικές κοπαδιού, μοναχικοί όπως κι η ίδια, έστω κι εκ των υστέρων, την ένιωσαν, την κατάλαβαν, την αγάπησαν. Κι από την άποψη αυτή, η Νύχτα που έσβησαν τ’ αστέρια, ένα τραγικά επίκαιρο βιβλίο μια και η έκδοσή του συνέπεσε με μια πραγματική όσο και συγκλονιστική ιστορία κακοποίησης μιας νεαρής κοπέλας, είναι ένα βαθιά αισιόδοξο και τρυφερό μυθιστόρημα.

Ελένη Γεωργοστάθη

Thinkfree - 31 Δεκεμβρίου 2018

«Τη νύχτα που έσβησαν τ’ αστέρια»: η γοητευτική ορμή της εφηβείας

…Μόνο ένα αστέρι είχε μείνει στον ουρανό.

Σε έναν περίεργο σκοτεινό ουρανό.

«Κορίτσι μου! Κορίτσι μου! Κοριτσάκι μου!» φώναζε το τελευταίο αστέρι.

Το Κορίτσι έβαλε όση δύναμη του είχε απομείνει για να φωνάξει.

«Μαμά μου, σώσε με».

«Μαμά μου, σ’ αγα…»

Το τελευταίο αστέρι χάθηκε, έτσι τελειώνει το σπαρακτικό, συναρπαστικό μυθιστόρημα του Βασίλη Παπαθεοδώρου.

Ο συγγραφέας επέλεξε να ασχοληθεί με ένα θέμα γροθιά στο στομάχι σκιαγραφώντας όλα όσα μπορεί να πιέζουν ή καλύτερα να καταπιέζουν μια έφηβη, όπως τη Λένα, μέσα στο σπίτι, ή όσα βιώνει μέσα στο νεανικό περίγυρο που κινείται ή ακόμη και την εφηβική της σχέση. Όλοι τους την πνίγουν. Την αδικούν για τη διαφορετική της ματιά στα πράγματα, για τις θέσεις της. Την κάνουν μη αποδεκτή και έτσι σε μια στιγμή που θέλει να σκεφτεί, να πάρει τον αέρα που της στερούν καραδοκεί ο κίνδυνος και τότε η Λένα εξαφανίζεται.

Πολυπρόσωπο μυθιστόρημα όπου ο κάθε ήρωας, μέσα από κεφάλαιο που τους δίνει ο συγγραφέας, αποκαλύπτει τη σχέση του με την Λένα. Σκληρές αποκαλύψεις και συγκαλύψεις. Πράξεις που ξεπερνούν. Λόγια που πονούν. Σχέσεις που απαιτούν.

Ένα σύγχρονο μυθιστόρημα, αλλά και διαχρονικό στα όσα συμβαίνουν τόσο μέσα στην οικογένεια ανάμεσα σε γονείς και αδέρφια, όσο και όσα διαδραματίζονται μέσα στις μικρές κοινωνίες.

Ο συγγραφέας καταφέρνει από την πρώτη σελίδα να δώσει ρυθμό και να προκαλέσει το ενδιαφέρον. Παράλληλα με την αστυνομική του δομή το μυθιστόρημα γίνεται όλο και πιο δυνατό, όλο και πιο σκοτεινό. Ο Βασίλης Παπαθεοδώρου πετυχαίνει να διεισδύσει στον εσωτερικό κόσμο του κάθε ήρωά που εμπλέκεται και εν κατακλείδι να παραδώσει ένα ρεαλιστικό μυθιστόρημα για εφήβους και ενήλικες.

Οι ήρωές του αληθινοί, συναρπαστικοί, άλλοτε τους γυρνάς την πλάτη και άλλοτε τους συμπονάς.

Η γλώσσα ρέει αβίαστα, δε κομπάζει, δεν χαρίζεται.
Σκληρό όσο και αληθινό.
Ανατριχιαστικό όσο και διαχρονικό.

Ένα μυθιστόρημα που δυστυχώς θυμίζει την αληθινή ζωή με πολλούς καθρέφτες που κοιτούν από μπροστά όσους σταθούν εμπρός του, ενώ καταφέρνουν να δουν και βαθύτερα και να αποκαλύψουν όσα με επιμέλεια αποκρύπτονται. Ποιος ξέρει ίσως αν έστω και ένας δει το είδωλό του και όσα ο εαυτός του προκαλεί ίσως και να σωθεί.

Έλενα Αρτζανίδου

Εκδότης: Εκδόσεις Καστανιώτη ISBN: 9789600364644
Σειρά βιβλίου: Γέφυρες: Λογοτεχνία για Νέους Αριθμός Σελίδων: 240
Διαστάσεις: 21×14 Εξώφυλλο: Μαλακό εξώφυλλο
Γλώσσα Γραφής: ελληνικά Έτος Έκδοσης: 2018

Κριτικες Αναγνωστων GOODREADS

Κριτικες Αναγνωστων

BOOKFRIENDS

FACEBOOK

Reviews

There are no reviews yet.

Be the first to review “ΤΗ ΝΥΧΤΑ ΠΟΥ ΕΣΒΗΣΑΝ Τ’ ΑΣΤΕΡΙΑ”